Υπάρχουν αρκετές όψεις στο φαινόμενο της ατέρμονης και εύπεπτης εκλογολογίας. Όπως εύστοχα σημειώνει και ο κ. Πάσχος Μανδραβέλης στο κείμενό του
στην “Καθημερινή” (http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_75_18/08/2009_325988) , το ιδιότυπο αυτό ‘καφενείο” συντηρεί στην ουσία επιδιώξεις, ονειρώξεις και συμφέροντα πολιτικών, πολιτικάντηδων, δημοσιογράφων, εκδοτών, εργολάβων και λοιπών ιακωβίνων που τρέφονται με τα απολειφάδια της εγχώριας πολιτικής. Γιατί περι αυτού πρόκειται, όταν για σχεδόν δύο χρόνια τώρα και λίγους μήνες μετά την επανεκλογή της Ν.Δ. στην κυβέρνηση, η λέξη “εκλογές” καταγράφεται πιο συχνά από τη λέξη “κρίση” στην εθνική δημόσια σφαίρα.
Ιδιαίτερα αυτό το καλοκαίρι, το πολιτικό ρεπορτάζ των εφημερίδων δεν είχε σε τίποτε να ζηλέψει τα αντίστοιχα των αθλητικών με το μαξιμαλισμό και τις αποκλειστικότητες. Σενάρια επί σεναρίων, ατέρμονες αναλύσεις για τη “γυάλα” του πρωθυπουργού, εισηγήσεις κορυφαίων, ποιος έρχεται, ποιός φεύγει, ποιός είναι στην εμπροσθοφυλακή των πρόωρων εκλογών και ποιός εισηγείται καθυστέρηση, πώς θα αντιδράσει το ΠΑΣΟΚ, ποιός είνα έτοιμος και ποιός ανέτοιμος, λίστες, εκλογικές περιφέρειες κ.ο.κ. Ακόμη και αξιόπιστες εφημερίδες δεν απέφυγαν τον πειρασμό. Η εναλλαγή σεναρίων ήταν εκπλητική από μέρα σε μέρα. Το εκκρεμές των εκλογών σαν το εκρεμμές των ποδοσφαιρικών μεταγραφών: θα πάρει κεντρικό στόπερ ο ΠΑΟ; θα ξοδέψει ο Ολυμπιακός για σέντερ φορ; Η λύση της ευκολίας δηλαδή, εντυπωσιολαγνεία και “δημόσιο καφενείο”. Άλλωστε μια τέτοιου τύπου θεματολογία δεν απαιτεί ιδιαίτερες γνώσεις και δεξιότητες ούτε από τον πομπό ούτε από το δέκτη. Ανάγνωσμα παραλίας δηλαδή..
Στη μεταβιομηχανική κοινωνία ο Τύπος κυριαρχεί στη δημόσια σφαίρα. Παράγει και αναπαράγει την πληροφορία, τη μετατρέπει σε είδηση, την επικοινωνεί και τη διοχετεύει κατά βούληση. Δήμος με την έννοια της αθηναϊκής άμεσης δημοκρατίας δεν υφίσταται, άρα οι προϋποθέσεις ελέγχου και αυτοπεριορισμού στη δημιουργία του δημόσιου χώρου από τον πολίτη, ουσιαστικά δεν υπάρχουν. Το τι ενδιαφέρει τον πολίτη καλείται να διερμηνεύσει ο δημοσιογράφος και να το καταγράψει, επικοινωνήσει κ.ο.κ. Δεύτερον, ο πολίτης δε μετέχει στη θέσμιση, σχεδόν μόνο επικυρώνει με την ψήφο του την αντιπροσώπευσή του στο Κοινοβούλιο. Η παραγωγή εθνικής πολιτικής μοιάζει σχεδόν αδιαμεσολάβητη. Δημόσιος χρόνος (μνήμη, ιστορία) και χώρος έχουν δυστυχώς εκχωρηθεί σε πολιτικά πρόσωπα και εκδοτικές επιχειρήσεις – σε γενικές γραμμές. Τραγικό δείγμα αυτού του φαινομένου η απώλεια της αξιοπιστίας των μηχανισμών ενημέρωσης και φυσικά η ασυδοσία των πρωταγωνιστών του πολιτικού συστήματος. Η χρήση της πληροφορικής και ο ακτιβισμός της “ιδιωτικότητας” είναι ικανές να φέρουν την τομή;
Ακόμη και έτσι, υπάρχει κοινή η αίσθηση μιας Ελλάδας που κυριολεκτικά βαρυγκωμεί και προβληματίζεται, ακόμη και στην ξαπλώστρα της παραλίας. Γιατί τελικά σημασία δεν έχει αν θα πραγματοποιηθεί η μεταγραφή – το γήπεδο πάλι γεμάτο θα είναι, ούτε αν θα γίνουν οι εκλογές το Νοέμβρη ή το Μάρτιο – κάποια στιγμή θα γίνουν. Σημασία έχει ότι η πολιτική απειλείται από έναν ιδιότυπο “αναχωρητισμό” στον κόσμο της εντύπωσης, της φαντασίωσης, της καφενειακής προσέγγισης. Οι ίδιοι που ανα(παράγουν) τα σενάρια, είναι τελικά οι ίδιοι που αρνούνται να παράγουν πολιτική, σκέψη, έργο, να προβληματιστούν για τα επόμενα βήματα μιας χώρας που ξεχνά τον ευρωπαϊκό της προσανατολισμό.