Τελικά γέμισε η πλατεία ή είναι προϊόν φωτομοντάζ; Πόσα λεωφορεία μεταφερόμενων οπαδών χρειάστηκαν; Ήταν Ρομά ή Πακιστανοί; Ποια μέλη της κυβέρνησης αγάπησαν τη χλιδή; Τι σημαίνει απεύθυνση; Είναι η εφτάωρη εργασία το ίδιο με την εφτάωρη λειτουργία μιας επιχείρησης; Μπορείς να γίνεις κάτι άλλο από ψυκτικός αν μεγαλώνεις στο Περιστέρι; Αυτά και άλλα ερωτήματα μονοπωλούν τη δική μας πολιτική αντιπαράθεση τις τελευταίες ημέρες των πιο κρίσιμων Ευρωεκλογών από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου μέχρι σήμερα.
Από το 2014 μέχρι σήμερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει περάσει δια πυρός και σιδήρου: Brexit, ακροδεξιές κυβερνήσεις σε Ιταλία και Αυστρία, προσφυγική κρίση, ασύμμετρα τρομοκρατικά χτυπήματα, κλιματική αλλαγή, νέες γεωπολιτικές ισορροπίες με τις ΗΠΑ του Τραμπ. Μέχρι και η Ελλάδα έκλεισε το κεφάλαιο “μνημόνια και οικονομική κρίση” με την τυπική έξοδο από το πρόγραμμα στήριξης τον περασμένο Αύγουστο. Και όμως, τα ποσοστά αποδοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης αγγίζουν ιστορικά υψηλά αυτήν την περίοδο. Η ιδέα μιας αδύναμης ή διαλυμένης Ένωσης, ακόμη και με τις ατέλειές της, τρομάζει όσους διαπιστώνουν ότι η ασφάλεια και η ελευθερία έχουν ημερομηνία λήξης όταν χορεύεις με τον ακροδεξιό “διάβολο”.
Το Brexit θα φέρει πρώτη δύναμη τον Φάρατζ στην Αγγλία, ο Μακρόν πιστεύει ακόμη στην πολιτική μοναδικότητά του αρνούμενος να ενταχθεί στους σοσιαλδημοκράτες ή τους φιλελεύθερους, ενώ ο Σαλβίνι ετοιμάζει νέο κόμμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με την αφανή στήριξη αμερικανικών ακροδεξιών παραγόντων, ώστε να διαλύσει την Ευρωπαϊκή Ένωση από μέσα. Το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα εκπροσωπείται από έναν θιασώτη της γερμανοκίνητης λιτότητας, που μας προϊδεάζει για το ζοφερό μέλλον της οικονομικής διακυβέρνησης, αλλά και τις λιγοστές ελπίδες για έναν κοινό ευρωπαϊκό προϋπολογισμό ή έναν ισχυρό κοινωνικό πυλώνα. Η Αριστερά είναι κατακερματισμένη σε διάφορους σχηματισμούς, ενώ η μόνη αξιόπιστη λύση φαίνεται να έρχεται από τον σοσιαλδημοκράτη Τίμερμανς, που κρατά τις αποστάσεις του τόσο από τη Δεξιά όσο και από τη ριζοσπαστική Αριστερά με σαφήνεια και επιχειρήματα, αλλά και προτάσεις για την κλιματική αλλαγή, τη δημογραφική παρακμή, το μέλλον της εργασίας.
Συνεπώς, λίγη παραπάνω συζήτηση για την Ευρώπη δεν θα έβλαπτε. Γιατί αν υπάρχει μια χώρα που ζει έντονα τις ευρωπαϊκές εξελίξεις, αυτή είναι η δική μας. Από τους δημοσιονομικούς περιορισμούς μέχρι τα ενεργειακά, κάθε κλυδωνισμός ή αλλαγή στη Γηραιά Ήπειρο ακουμπάει στα εθνικά μας συμφέροντα. Πολλές από αυτές τις εξελίξεις εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο ο σημερινός Πρωθυπουργός. Όχι πάντα υπέρ της χώρας, αλλά σίγουρα για την εξασφάλιση της ηγεμονίας του για μια πλήρη κυβερνητική θητεία. Αλλά και για να εγγράψει μελλοντικές υποθήκες ως το “καλό παιδί” του ευρωπαϊκού, σήμερα συντηρητικού κατεστημένου, που άλλοτε εξοβέλιζε με σηκωμένη τη γροθιά από τις πλατείες της αγανάκτισης.
Φυσικά δεν βρήκε ούτε ένα δευτερόλεπτο να αναφερθεί στην Ευρώπη σε αυτήν την εκλογική αναμέτρηση. Ούτε φυσικά να πει στους πολίτες ποια παράταξη εκπροσωπεί στην Ευρώπη. Όπως και ο κ. Μητσοτάκης που προσπαθεί να μας κάνει να ξεχάσουμε σε ποια πολιτική οικογένεια ανήκει η Νέα Δημοκρατία. Αυτήν που ουσιαστικά κυβερνά την Κομισιόν και τους θεσμούς από το 2004 και ευθύνεται για τις οπισθοδρομικές αποφάσεις που κλονίζουν λαούς και κυβερνήσεις, αλλά και διαβρώνουν το όραμα της βαθύτερης Ένωσης.
Η Ευρώπη έμεινε έξω και από αυτές τις εκλογές στην Ελλάδα με κύρια ευθύνη των δύο αρχηγών. Σαν τους εξαϋλωμένους παίχτες του Survivor, σε κάποιο νησί μακριά από όσα συμβαίνουν, τα δίνουν όλα για το τρόπαιο μιας εξουσίας, με τους πολίτες-θεατές πιθανότατα να προτιμουν το αυθεντικό ριάλιτι από το πολιτικό. Με όσους κινδύνους αυτό συνεπάγεται. Σύντομα θα (τους) ξέρουμε.
*Το άρθρο μου αυτό δημοσιεύθηκε στο Πρώτο Θέμα (24.05.2019).