Στο δυτικό κόσμο έχουμε αποφασίσει ότι η απάντηση στην κρατική αυθαιρεσία και στην βία έρχεται θεσμικά, μέσα από τη δικαιοσύνη, την καλύτερη νομοθεσία, τον έλεγχο και τελικά τη δημοκρατική συμμετοχή που αντανακλά την προτίμηση της κοινωνίας να βελτιώσει ή να χειροτερεύσει τη θέση της. Απαιτεί νηφαλιότητα να παραδεχθεί κανείς ότι η μεγαλύτερη ‘επανάσταση’ του 20ου αιώνα ήταν τα κεϋνσιανά οικονομικά της απασχόλησης, που έβγαλαν από τη φτώχεια και τη δυστυχία τους Ευρωπαίους (ημών συμπεριλαμβανομένων), έχτισαν μεσαία τάξη, έδωσαν δυνατότητες και θεσμούς αδιανόητους πριν από 50 και 60 χρόνια. Δεν ήταν ο ταξικός μαρξισμός και ο σταλινικός εκχυδαϊσμός του, ούτε ο φονταμενταλισμός όσων πιστεύουν ότι με τη βία ‘σώζουν’ ή ‘ανοίγουν τα μάτια’ στους πολίτες ως άλλοι μεσσίες.
Η εικόνα από τα αποκαϊδια του κέντρου της Αθήνας, το Δεκέμβριο του 2008, είναι μια θλιβερή υπόμνηση ότι οι προβληματικοί θεσμοί μπορούν να κάνουν τεράστιο κακό, πράττοντας και παραλείποντας: από τη μία να αυθαιρετούν αφαιρώντας ανθρώπινη ζωή, από την άλλη να ανέχονται την καταστροφή, τη λεηλασία και το πλιάτσικο υπό την ‘παυλοπούλεια’ θεώρηση της διαχείρισης του πολιτικού ρίσκου. Αυτά τα ολίγα, διαβάζοντας τους θούρειους διαφόρων πολιτικών νεολαιών και γερασμένων αδικαίωτων εφήβων.