Η οικονομική κρίση και η πανδημία που την ακολούθησε επιδείνωσαν την οικονομική κατάσταση των μεσαίων και χαμηλότερων στρωμάτων. Η εξεύρεση αξιοπρεπούς κατοικίας, κατοικίας δηλαδή που δεν κοστίζει δυσανάλογα ως προς το εισόδημα, ώστε να επιβαρύνει την ποιότητα ζωής του πολίτη, αποτελεί πλέον πονοκέφαλο για όλο και περισσότερους κατοίκους των αστικών κέντρων. Μάλιστα, εκτός από τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα που εξωθούνται μακριά από τουριστικές ζώνες ή αστικές περιοχές με αυξανόμενη ζήτηση, το πρόβλημα απασχολεί και τους νεότερους, όπως φοιτητές, νέους επαγγελματίες ή και ζευγάρια, που αφιερώνουν συχνά ακόμη και τον μισθό μισό τους ή εισόδημα για ενοίκιο. Δεν είναι λίγοι αυτοί που παραμένουν στο οικογενειακό τους σπίτι και το παιδικο τους δωμάτιο, ακόμη και στην προχωρημένη ηλικία των 30.
Το πρόβλημα επιδείνωσε η συσσώρευση αδιάθετων ακινήτων εξαιτίας μη εξυπηρετούμενων δανείων, αλλά και η μαζική αγορά ακινήτων που μεταπωλούνται ή διατίθενται για βραχυχρόνια μίσθωση, γεγονός που διευκολύνθηκε από την πολιτική “χρυσής βίζας”. Φυσικά, ρόλο έπαιξε και η πανδημία που οδήγησε αρκετές οικογένειες στην αναζήτηση πιο ευρύχωρων κατοικιών, ώστε να εξυπηρετούνται οι καθημερινές ανάγκες τηλεργασίας και τηλεκπαίδευσης.
Όσοι αναζητούν σπίτι σήμερα στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και τα υπόλοιπα μεγάλα αστικά κέντρα διαπιστώνουν ότι η έλλειψη διαθέσιμων προς ενοικίαση χώρων οδηγεί τις τιμές στα ύψη και τους ίδιους όλο και πιο μακριά από τον τόπο εργασίας τους ή σε χώρους χαμηλής ποιότητας. Αλλά για όσα νοικοκυριά νοικιάζουν σπίτι, τα στοιχεία λένε ότι το 62,1% δαπανά πάνω από το μισό διαθέσιμο εισόδημά τους, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι μόλις 14,2 %. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι με τα αυξημένα κόστη ενέργειας και μια παρατεταμένη πληθωριστική περίοδο, η στέγαση απειλεί να μετατραπεί σε παγίδα οικονομικής αποστέρησης και κοινωνικής περιθωριοποίησης για όλο και περισσότερους.
Ένας τρόπος λοιπόν να αποκτήσουν όλο και περισσότεροι πρόσβαση σε αξιοπρεπή και οικονομικά προσιτή στέγη, είναι η προώθηση πολιτικών για την κοινωνική κατοικία. Το ΠΑΣΟΚ εξάλλου είχε εφαρμόσει φιλόδοξα και εκτεταμένα προγράμματα κοινωνικής στέγασης με τον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας, εξοπλίζοντάς τον με πλούσια τεχνογνωσία, ικανότητα και αποτελεσματικότητα, η οποία διασκορπίζεται στο νέο διοικητικό σχήμα που εισάγει η σημερινή Κυβέρνηση, εντάσσοντας τον οργανισμό στον νέο ΟΑΕΔ. Στην Ευρώπη, από την Πορτογαλία και την Ισπανία, μέχρι την Ιταλία και τη Γερμανία, που έχει θέσει μάλιστα τον φιλόδοξο στόχο κατασκευής 200.000 κοινωνικών κατοικιών, εκμεταλλεύονται τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Στην Πορτογαλία για παράδειγμα, κράτος και τοπική αυτοδιοίκηση αυξάνουν το αποθεματικό ακινήτων που διατίθενται με φτηνό ενοίκιο, κατασκευάζουν 26.000 κατοικίες για ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, 7.000 για ενοικίαση σε προσιτές τιμές και 2.000 για έκτακτες καταστάσεις, όπως φυσικές καταστροφές, στέγαση θυμάτων βίας κ.α. Επίσης, η κυβέρνηση εισήγαγε ένα σύστημα φοροαπαλλαγών για τους ιδιοκτήτες ακινήτων που συμφωνούν να ενοικιάσουν με μακροχρόνια συμβόλαια τα ακίνητά τους σε τιμή χαμηλότερη της αγοράς, σε δικαιούχους, βάσει κοινωνικοοικονομικών κριτηρίων. Τέλος επιδοτούν νέους κάτω των 35 ετών με ειδικά προγράμματα από ένα έως πέντε χρόνια, ώστε να ανταπεξέρχονται στα πρώτα έξοδα.
Στην Ελλάδα απεναντίας, η Κυβέρνηση εξαντλήθηκε σε κάποιες γενικόλογες εξαγγελίες στην περασμένη ΔΕΘ, την ώρα που ενέταξε μόλις 100(!) κατοικίες στο Ταμείο Ανάκαμψης. Για να επανέλθει υποκριτικά ο Πρωθυπουργός πάλι με γενικολογίες και μάλιστα, λίγη ώρα αφότου ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης κατέθεσε γραπτά τις προτάσεις του για το θέμα σε γνωστή ιστοσελίδα.
Για εμάς, η παροχή αξιοπρεπούς και προσιτής στέγης είναι ζήτημα κοινωνικής, οικονομικής και διαγενεακής δικαιοσύνης. Η επιδότηση ενοικίου που έχει πολλάκις εφαρμοστεί δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα. Αυτό όμως που μπορεί να αλλάξει τους όρους είναι η αξιοποίηση των χιλιάδων εγκαταλελειμμένων κτιρίων και εκτάσεων του Δημοσίου για κατασκευή και ανακατασκευή χιλιάδων κατοικιών, για να διατεθούν με χαμηλό ενοίκιο σύμφωνα με εισοδηματικά και κοινωνικά κριτήρια. Τα έσοδα από αυτά μπορούν να χρηματοδοτήσουν τις εργασίες συντήρησης των κατοικιών αυτών, την κατασκευή νέων ή την υλοποίηση κοινωνικών πολιτικών. Δεύτερον, να δοθούν φορο-ελαφρύνσεις ή επιδότηση του κόστους ανακαίνισης, σε ιδιοκτήτες κενών και αναξιοποίητων ακινήτων, ώστε να τα νοικιάσουν μακροχρόνια σε προσιτές τιμές. Τέλος, είναι ώρα να δημιουργηθεί ένα ρεαλιστικό πλαίσιο για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις ακινήτων στις μεγάλες πόλεις που υποδέχονται και μεγάλο όγκο επισκεπτών, ώστε να μειωθεί η πίεση που αυτές ασκούν στα ενοίκια.
Η ένταξη των παραπάνω προτάσεων σε μια ευρύτερη δέσμη πολιτικών για το δημογραφικό πρόβλημα μπορεί να δώσει διέξοδο σε χιλιάδες πολίτες, να απελευθερώσει τους νέους από τη “φυλακή” του παιδικού τους δωματίου και να αμβλύνει τις κοινωνικές ανισότητες που πολλαπλασιάζονται και ταυτόχρονα αψηφούνται από τη σημερινή συντηρητική κυβέρνηση.
Δημοσιεύτηκε στην κυριακάτικη Kontra News στις 17.04.2022