Η δημοκρατία έχει ένα κατασκευαστικό πρόβλημα. Βάζει την πλειοψηφία στον πειρασμό να καταπιέσει τη μειοψηφία. Ένας από τους τρόπους να αντιμετωπιστεί ο εκφυλισμός της σε τυραννία ήταν η δημιουργία των Ανεξάρτητων Αρχών, που έχουν ως αποστολή να προστατεύουν δικαιώματα και ελευθερίες από το μακρύ χέρι της κομματικής σκοπιμότητας. Άρα ειναι λογικό να στελεχώνονται από άτομα κύρους και προσφοράς, με βαθιά γνώση των θεσμών, έντιμα και πολιτικά ουδέτερα. Στην αγγλοσαξονία αυτοί οι τύποι αναφέρονται ως «statesmen».
Σε γενικές γραμμές και κατά τη διάρκεια των τελευταίων 25 ετών, οι ελληνικές Ανεξάρτητες Αρχές στελεχώθηκαν από αξιόλογους statesmen, όπως οι Διαμαντούρος, Καμίνης, Δαφέρμος κ.α., οι οποίοι απολάμβαναν της εμπιστοσύνης της μεγάλης πλειοψηφίας και του πολιτικού συστήματος, αλλά και της κοινωνίας, αφού εκπλήρωσαν με επιτυχία το ρόλο τους.
Κάποιοι όμως οπαδοί του κομματικού κράτους, όπως ο σημερινός πρωθυπουργός βλέπουν στις Ανεξάρτητες Αρχές την αντιλαϊκή κυριαρχία της τεχνοκρατίας απέναντι στην πολιτική. Το είπε εξάλλου ρητά, όταν παρουσίασε τις σκέψεις του για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Μόνο που στην ελληνική δημοκρατία, οι πειρασμοί για να λειτουργούν οι υπουργοί ως φύλαρχοι και οι βουλευτές ως παρκαδόροι συμφερόντων, για λόγους που γνωρίζουμε, παραμένουν πολλοί. Ακόμα δε μεγαλύτερος είναι ο πειρασμός για τους κυβερνώντες να έχουν συγκεντρωτικές και ολοκληρωτικές ορέξεις και να τοποθετούν στην κορυφή ανώτερων και ανώτατων αξιωμάτων δημόσια πρόσωπα χωρίς κοινωνική προσφορά, μόνο και μόνο για να ανακατεύεται η πολιτική σκακιέρα και να απομονώνεται ο αντίπαλος. Το πως θα προστατευθούν δικαιώματα, θα δημιουργηθούν δουλειές ή θα δουλέψει το κράτος, έρχεται σε δεύτερη μοίρα.
Κάπως έτσι φτάσαμε στο σημείο, όπου πρώην υπουργοί και στελέχη που ευθύνονται για το δημοσιονομικό εκτροχιασμό, οικολογικές καταστροφές, κρατικές αυθαιρεσίες, πελατειακές ρυθμίσεις και άλλα δεινά στο πρόσφατο παρελθόν, να «ξεπλένονται» μέσα από τους διορισμούς τους σε αξιώματα. Και για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, αρκετά στελέχη της καταστροφικής διακυβέρνησης Καραμανλή βρήκαν και βρίσκουν ασφαλές πλυντήριο στην διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, ως χρήσιμο στήριγμα ενός λαϊκίστικου imperium που θέλει να πείσει την ελληνική κοινωνία ότι μέχρι το 2009 όλα πήγαιναν ρολόι.
Ενα από αυτά τα στελέχη, που έφτασε στο σημείο να προτρέπει τη ΝΔ να συνεργαστεί με τη Χρυσή Αυγή, είναι ο Βύρων Πολύδωρας, που επιστρατεύεται για να σωθούν τα προσχήματα της τεράστιας θεσμικής και πολιτικής ήττας που κλονίζει το μέλλον της κυβέρνησης Τσίπρα, Καμμένου και Παππά για τις τηλεοπτικές άδειες. Μόνο που το status του κ. Πολύδωρα ως ενός λόγιου της Δεξιάς δεν είναι αρκετό για να ξεχαστούν η «ζαρντινιέρα», τα 63 θύματα των πυρκαγιών της Ηλείας, η τεράστια οικολογική καταστροφή του 2007 και η κατάρρευση της πολιτικής προστασίας.
Και είναι ακόμη πιο προκλητικό το γεγονός ότι σε μια περίοδο όπου η απογοήτευση των μεσοστρωμάτων από την πολιτική απειλεί τη δημοκρατία, μια δήθεν αριστερή κυβέρνηση στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα κυνισμού και αναξιοκρατίας προς την κοινωνία: δεν έχει σημασία αν έφταιγες εσύ ή ο στρατηγός άνεμος, αν ήσουν καλός ή κακός υπουργός, σημασία έχει να θυσιάσουμε το ΕΣΡ για να στριμώξουμε την αντιπολίτευση.
Η τραγική ειρωνεία είναι ότι σε μια από τις θρυλικά ακατάληπτες τοποθετήσεις του στη Βουλή πριν περίπου μια δεκαετία, ο τότε υπουργός Πολύδωρας αναφέρθηκε στην «κομμένη γράνα», ως το σπασμένο αγωγό που αποσυνδέει τους «συβαρίτες πολιτικούς» με το κοινωνικό τους χρέος. Δέκα χρόνια μετά είναι ο ίδιος που συμβολίζει αυτή τη γράνα. Μαζί και τη θλιβερή ανακύκλωση του πολιτικού χθες ως απελπισμένη προσπάθεια της αριστεροδεξιάς συντήρησης να παραμείνει στην εξουσία.