Υπάρχει το γνωστό κλισέ ότι “η κρίση λειτουργεί σαν ευκαιρία”. Στην περίπτωση της χώρας μας, όμως μάλλον δεν λειτούργησε. Τουλάχιστον όχι για τους πολλούς. Η οικονομική κρίση έφερε προβλήματα που θα μας συνοδεύουν για δεκαετίες. Λειτούργησε διχαστικά, πόλωσε την κοινωνία, διέλυσε το κομματικό σύστημα, γέννησε φασίστες και δημαγωγούς. Όσοι εκμεταλλεύτηκαν το κύμα της αγανάκτισης κέρδισαν πρόσκαιρα οφέλη, δοκιμάστηκαν, ξεφούσκωσαν. Τα εφόδια της οργής και της άρνησης, δεν σε πάνε μακριά. Και όταν μια νέα κρίση ξεπροβάλλει, αυτην τη φορά με άλλα χαρακτηριστικά και σε διαφορετικές συνθήκες, τότε το κενό φαίνεται μεγαλύτερο.
Αυτές είναι οι σκέψεις που κάνουν όλο και περισσότεροι πολίτες κρίνοντας, δικαίως, ότι η αξιωματική αντιπολίτευση που ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ είναι λειψή, ξεπερασμένη, ανεπαρκής. Ότι η άρνηση και η επίθεση χωρίς αντιπρόταση είναι ξεπερασμένη και “χθεσινά νέα” για μια κοινωνία που έχει κάνει σιωπηρά την αυτοκριτική της. Ότι αυτό το στυλ αντιπολίτευσης αφήνει τη Νέα Δημοκρατία, ουσιαστικά ανενόχλητη, να χειρίζεται χωρίς πίεση τα εθνικά ζητήματα, το προσφυγικό, την υγειονομική κρίση, τη στελέχωση και τη λειτουργία του κράτους. Μια κυβέρνηση που θεωρεί “εντάξει” να αλωνίζει η Τουρκία μέσα από τα 12 ν.μ. Που δεν προετοίμασε έγκαιρα τα σχολεία, τις προνοιακές δομές, τις δημόσιες μεταφορές και τα νοσοκομεία για την πανδημία. Που τα βάζει με τους πολίτες κάθε φορά που η ίδια κάνει λάθη. Που αργησε να ασχοληθεί με το προσφυγικό και όταν το έκανε έστειλε τα ΜΑΤ και τις ακροδεξιές φωνές να δώσουν τον τόνο. Που επανιδρύει το κράτος με χιλιάδες μετακλητούς, δίνοντάς τους μάλιστα θέσεις διευθυντών, χωρίς πτυχία, χωρίς προσόντα. Που μετατρέπει την εργασία σε φτηνό εμπόρευμα, σκοτώνοντας ακόμη και τις υπερωρίες, αδιαφορώντας για τους μικρομεσαίους.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ακούγονται πολλοί να μιλούν για την επιστροφή της σοσιαλδημοκρατίας. Μέχρι και ο Πρωθυπουργός την επικαλέστηκε, για να κλέψει έστω και λίγο από την ακτινοβολία του ΕΣΥ, που κρατά ακόμη και σήμερα όρθια τη δημόσια υγεία, παρά τα προβλήματά του. Την επικαλούνται στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, διανοούμενοι, όλο και περισσότεροι σχολιαστές. Όμως η μόνη σοσιαλδημοκρατία που υπάρχει σήμερα στην Ελλάδα, έχει ως πολιτική έκφραση το Κίνημα Αλλαγής. Φαίνεται υπερβολικό και ναρκισσιστικό; Δεν είναι. Γιατί το Κίνημα Αλλαγής είχε σχέδιο από την πρώτη στιγμή για το πως πρέπει να προετοιμαστεί το ΕΣΥ για την πανδημία. Προτάσεις του, όπως κινητά συνεργεία τεστ μέχρι την συμμετοχή της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, σήμερα σχεδόν υλοποιούνται. Το Κίνημα Αλλαγής θύμισε ότι η Τουρκία δεν έχει δικαίωμα να περάσει την κόκκινη γραμμή των 12 ναυτικών μιλίων και ότι όσο δεν υπάρχουν κυρώσεις, ο Ερντογάν αποθρασύνεται. Το ίδιο κόμμα ανέδειξε το σκάνδαλο με τα voucher, ξεμπρόστιασε τον Πρωθυπουργό που διόρισε 100 μετακλητούς στο Μαξίμου και την Κυβέρνηση που έχει τοποθετήσει μέσα σε έναν χρόνο περισσότερα γαλάζια παιδιά από όσα κόκκινα πρόλαβε να διορίσει ο ΣΥΡΙΖΑ σε τέσσερα χρόνια. Που σταθερά, αταλάντευτα και με θάρρος μπήκε απέναντι στους νεοναζί. Που έδωσε στο φως τις πελατειακές (ν)τροπολογίες και υπερασπίζεται το κύρος της Βουλής. Που κατέθεσε πρώτο ένα σχέδιο διάσωσης της εργασίας με επιδότηση του 40% από το κράτος προκειμένου να μην γίνουν απολύσεις, άσχετα αν η ΝΔ κράτησε το πνεύμα και το εφάρμοσε με τον δικό της, πρόχειρο και ιδεοληπτικό τρόπο.
Γι’ αυτά και τόσα άλλα, παρά τις περιορισμένες του δυνάμεις, το Κίνημα Αλλαγής μπορεί να κοιμάται ήσυχο με τη συνείδησή του ότι κάνει πολλά περισσότερα από την κοινοβουλευτική του εκπροσώπηση. Κάθε μέρα εισπράττουμε ότι η κοινωνία μας ακούει σε πείσμα όσων προσπαθούν να το κοντύνουν με κατευθυνόμενα από το Μαξίμου δημοσιεύματα και δημιουργία “κλίματος” εσωστρέφειας. Όσο κι αν προσπαθήσουν, η δημοκρατική Παράταξη δικαιώνεται, μετά από μια δεκαετία λασπολογίας και “εξορίας”. Και είναι η πραγματική προοδευτική αντιπολίτευση, που έχει ανάγκη το πολιτικό σύστημα και η κοινωνία, σε μια ρευστή και δύσβατη περίοδο.
*Άρθρο μου στην εφημερίδα «Τα Νέα», 21/10/2020