Όταν την περασμένη άνοιξη η Κυβέρνηση αποφάσισε να ενισχύσει οικονομικά τα ΜΜΕ προκειμένου να μας προτρέψει να “μείνουμε σπίτι” και να “μείνουμε ασφαλείς” από τον κορωνοϊό, η ενέργειά της προκάλεσε εύλογες αντιδράσεις. Η περίφημη λίστα Πέτσα διένειμε 20 εκατομμύρια ευρώ εν κρυπτώ και μόνο μετά τη δημόσια και πολιτική κατακραυγή, δόθηκε στη δημοσιότητα. Για να πιστοποιήσει τελικά την καχυποψία όλων μας, ότι τα χρήματα δόθηκαν σχεδόν χωρίς κριτήρια ή ακόμη χειρότερα, σύμφωνα με τα πολιτικά κριτήρια της Κυβέρνησης.
Η κυβέρνηση δεν λειτούργησε με το γράμμα του νόμου. Για παράδειγμα, η δημόσια ραδιοτηλεόραση είναι υποχρεωμένη να προβάλει χωρίς αντίτιμο μηνύματα δημόσιας ωφέλειας και κοινωνικού σκοπού, όπως είναι η προστασία της δημόσιας υγείας, κάτι που δεν έγινε. Επίσης, το άρθρο 22 παρ.4 του Συντάγματος δίνει το δικαίωμα στο κράτος να επιτάξει τις υπηρεσίες διαφήμισης όταν υπάρχει κίνδυνος για τη δημόσια υγεία. Με ΚΥΑ της 15.03.2020 (179/2020) είχαν υποχρεωθεί όλα τα μέσα να μεταδίδουν δωρεάν τα μηνύματα για την πανδημία, άρα στην ουσία η Κυβέρνηση είχε επιτάξει τις ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες, εντούτοις χορήγησε τα 20 εκατομμύρια.
Έπρεπε όμως να ενισχυθούν τα μέσα ενημέρωσης, κεντρικά και περιφερειακά, που βρέθηκαν ξαφνικά στη δίνη της πανδημίας. Κανείς δεν επιθυμεί μια δημοκρατία φιμωμένη, με χρεοκοπημένα ΜΜΕ και χιλιάδες εργαζόμενους στο δρόμο. Όμως όταν το χρήμα κατευθύνεται απευθείας από τον κρατικό κορβανά και μάλιστα, χωρίς κριτήρια, τα πράγματα δεν μπορούν να είναι τόσο αθώα. Τα πάνελ γέμισαν ειδικούς και υπουργούς. Η αντιπολίτευση σιγά σιγά περιορίστηκε στα πάνελ. Eιδικά στο Κίνημα Αλλαγής, ζήσαμε το φαινόμενο της οριακής εξαφάνισης. Δημοσκοπήσεις δημοσιεύονταν η μια μετά την άλλη, όχι απλά για να καταγράψουν, αλλά και να επηρεάσουν υπέρ της Κυβέρνησης. Αντίστοιχα φαινόμενα – καθόλου τιμητικά για την ποιότητα της Δημοκρατίας – εντοπίστηκαν και σε άλλες χώρες, ιδίως του αναπτυσσόμενου κόσμου. Η πολιτική περιορίστηκε και έδωσε τη θέση της στην τεχνοπολιτική ή βιοπολιτική των λοιμωξιολόγων.
Χθες το βράδυ η Κυβέρνηση επανέλαβε ακριβώς το ίδιο. Η νέα τροπολογία Πέτσα, που υπερψηφίστηκε από την Κυβέρνηση, δίνει ξανά το δικαίωμα στην Κυβέρνηση να μοιράσει δημόσιο χρήμα, δύο εκατομμύρια ευρώ, πάλι χωρίς κριτήρια με απευθείας ανάθεση, ώστε να ευαισθητοποιήσει τους πολίτες για το νέο κύμα πανδημίας. Αυτό που η ίδια επιδείνωσε με το επιπόλαιο άνοιγμα του τουρισμού και με τις πολιτικές της αποφάσεις για τη λειτουργία των σχολείων και των νοσοκομείων. Πρόκειται για απόφαση πολιτικού κυνισμού. Όχι για το μέγεθος ή την ουσία, αλλά την διαδικασία. Γιατί σε μια δημοκρατία σε καραντίνα, η διαφάνεια και η λογοδοσία αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα και λειτουργούν εξισορροπητικά στις τάσεις αυθαιρεσίας της κάθε κυβέρνησης.
Τι θα μπορούσε να κάνει η Κυβέρνηση; Να θέσει κριτήρια για τη χρηματοδότηση των μέσων, ώστε τα χρήματα να κατανεμηθούν αξιοκρατικά (τηλεθέαση, κυκλοφορία, ακροαματικότητα, επισκεψιμότητα), με κοινωνική ευαισθησία (αριθμός εργαζομένων, διατήρηση υπαρχουσών θέσεων εργασίας) και με διαφάνεια (δημοσίευση στη Διαύγεια και γνωστοποίηση στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής), όλα φυσικά σύμφωνα με το άρθρο 9 του ν.2328/95 που ορίζει το πλαίσιο κρατικής διαφήμισης προς τα ΜΜΕ. Αυτά πρότεινε με τροπολογία του το Κίνημα Αλλαγής.
Τι έκανε η Κυβέρνηση; Την αγνόησε παντελώς. Επέλεξε να πορευθεί ξανά στην αλαζονική οδό των κλειστών συστημάτων που εκπροσωπεί, χωρίς κριτήρια, χωρίς διαφάνεια, χωρίς ενσυναίσθηση του κλίματος που διαμορφώνεται σταδιακά στην κοινωνία. Δημόσια συζήτηση μόνο με λοιμωξιολόγους – που ήδη προκαλούν με τις αντιφάσεις τους και το κλίμα φόβου που σπέρνουν, με υπουργούς – παντογνώστες, βουλευτές της ΝΔ σε ρόλο αναλυτών διεθνολόγων και την Αντιπολίτευση να δίνει μάχες σχεδόν μόνο στο Διαδίκτυο, δεν είναι καλά νέα ούτε για τη δημοκρατία ούτε για την οικονομία ούτε για την κοινωνία.
*Άρθρο μου στο site ieidiseis.gr | 29.9.2020