Λίγο η βροχή, λίγο αυτα που διαβάζω, δεν αντέχω και σπαω την καλοκαιρινή μου -απολίτικη- ραστώνη με αφορμή την επέτειο για την αποκατάσταση της δημοκρατίας, για να μοιραστώ το εξής: Στην προχθεσινή μας εκδήλωση με το Vouliwatch με θέμα τον αιγιαλό, ο κ. Άδωνις Γεωργιάδης επαναλάμβανε διαρκώς την άποψη ότι το έλλειμμα κοινωνικής εμπιστοσύνης είναι αυτό που εμποδίζει την πολιτεία να νομοθετεί σωστά και να εφαρμόζει τους νόμους. Η επωδός είναι γνωστή και εν μέρει λογικά ορθή: Νομοθετούμε (δι’αντιπροσώπων), αλλά εμείς οι πολίτες πρώτοι σπεύδουμε να ακυρώσουμε τις ρυθμίσεις διεκδικώντας χαριστικές υποχωρήσεις, ειδικά προνόμια, παραθυράκια και τροπολογίες.
Υποστήριξε, αυτό που υποστηρίζουν και κατ’ιδίαν ακόμη και πρ. Πρωθυπουργοί και πολιτικοί ηγέτες, ότι οι Έλληνες δεν είναι εξοικειωμένοι με τη δημοκρατία και τους κανόνες, δεν μπορουν όλοι μαζί να αποφασίσουν, δεν υπάρχουν άνθρωποι με συναίσθηση καθήκοντος, η αστική μας τάξη δεν αρκεί κλπ κλπ. Προφανώς, την άποψη αυτή την κρυφοπαραδέχονται αρκετοί, δεν τη μονοπωλεί ο εν λόγω πολιτικός. Ίσως είναι από τους λίγους που την διατυπώνει και δημόσια, αφού υποστηρίζει πχ ότι ειναι αδύνατο να αναλάβει Έλληνας πολιτικός το ‘κόστος’ να γκρεμίσει τα 16km λαϊκής καταπάτησης στην ακτογραμμή, θέτοντας σε εφαρμογή ακόμη και τα ήδη υπάρχοντα 2.500 πρωτόκολλα κατεδάφισης στην Περιφέρεια Αττικής.
Πράγματι, η Κοινωνία Πολιτών στην Ελλάδα ειναι αδύναμη και το κοινωνικό κεφάλαιο ακόμη σε υβριδική μορφή. Η πλειοψηφία των πολιτών δεν θα μπει στο διαδίκτυο να συμμετέχει στη νομοθέτηση μέσω της ηλεκτρονικής διαβούλευσης, γιατί απλά δεν έχει πρόσβαση σε γρήγορο διαδίκτυο, δεν προλαβαίνει, δεν την αφορά, υπάρχει το πρόβλημα της αποτυχίας της συλλογικής δράσης και της “τραγωδίας των κοινόχρηστων” και όλες οι χρήσιμες επεξηγήσεις πράξης και θεωρίας που εξηγούν γιατί δημόσια αγαθά αφήνονται να παρακμάζουν. Πράγματι, το κράτος, ιδιαίτερα αναξιόπιστο, αν όχι πελατειακό, σίγουρα έχει μάθει να υποχωρεί κάθε φορά στη δύναμη οργανωμένων μειοψηφιών που πιέζουν την εκτελεστική εξουσία να μην εφαρμόσει ή να εφαρμόσει χαριστικά, η γραφειοκρατία αντιστέκεται, κανείς δεν έχει κινητρο στην ύφεση να κάνει’μεταρρυθμίσεις’ κλπ. Δικαιολογίες θα βρει κανείς άπειρες.
Τα πράγματα θα ήταν έτσι αν η ανθρωπότητα δεν ήταν γεμάτη παραδείγματα που εκθέτουν τη συντηρητική λογική της ήττας και της μοιρολατρίας. Λαοί διχασμένοι και χωρίς εθνική ταυτότητα κατάφεραν να χτίσουν οικονομικές αυτοκρατορίες, όπως η Σιγκαπούρη. Αποτυχημένα κράτη και παρίες έβγαλαν δεκάδες εκατομμύρια πολιτες από τη φτώχεια και έχτισαν μεσαία τάξη και θεσμούς, όπως η Βραζιλία. Ηγέτες οραματίστηκαν και έχτισαν υπερεθνικές κοινότητες με άξονα την ασφάλεια, την ανταλλαγή προϊοντων και υπηρεσιών στην Ευρώπη και στις χώρες του Β. Ατλαντικού. Πλειοψηφίες στήριξαν καλύτερες δημόσιες υπηρεσίες γιατί δέχτηκαν να φορολογούνται, εφόσον φορολογείται και ο γείτονας, όπως στη Σκανδιναβία. Ο νόμος έγινε κτήμα της κοινότητας όχι ως καταναγκασμός αλλά ως ενδιάθετη αποδοχή του κοινού καλού, ότι η λογική του να κάνεις τα στραβά μάτια στην παρανομία του γείτονα τελικά στρέφεται εναντίον εσένα και των παιδιών σου. Κοινωνίες αποφάσισαν να δημιουργήσουν ταμεία για τις επομενες γενιές και επένδυσαν χρόνο και χρήμα σε βάθος χρόνου για να αλλάξουν αυτά που κρατούν ένα εθνικό κράτος ενωμένο και ταυτόχρονα ανοιχτό στον κόσμο: την παιδεία, την έρευνα, την εργασία.
Το πρόβλημα είναι ότι η επίκληση του ελλείμματος κοινωνικής εμπιστοσύνης οδηγεί στην πιο θλιβερή, μοιρολατρική παραδοχή που μπορεί να κάνει μια δυτική δημοκρατία. Αντανακλά τον κυνισμό και την παραίτηση ενός αποτυχημένου κράτους: αυτοί είμαστε, δεν θα αλλάξουμε ποτέ, ας περιμένουμε τους ξένους όταν τα ξανακάνουμε θάλασσα, να έλθουν να μας σώσουν. Γιατί να προσπαθήσουμε περισσότερο; Έχουμε εξάλλου τον τουρισμό – απόδειξη της καθίζησης που έχει υποστεί η οικονομική και αναπτυξιακή μας λογική.
Δίπλα μας, ο νέος Σοσιαλιστής πρωθυπουργόςτης Αλβανίας, Έντι Ράμα, έχει πάρει τις μπουλντόζες και ξηλώνει κάθε αυθαίρετο που υπάρχει στην αλβανική ακτογραμμή, την ώρα που αρκετοί δικοί μας, νυν καιπρώην βουλευτής λειτουργούν ως brokers συμφερόντων και άλλοτε εκβιάζουν, άλλοτε εξαγοράζουν χαριστικές τροπολογίες σε μια Βουλή που νομοθετεί με όρους Λατινικής Αμερικής. Περάσαμε πέντε πέτρινα χρόνια για να βγούμε χειρότεροι, με περισσότερες ψευδαισθήσεις, φτωχότεροι και διαιρεμένοι. Μια κυβέρνηση-καρτέλ ενάντια σε μια γιαλατζί Αριστερά χωρίς πρόγραμμα και στη μέση οι παρέες των ‘προοδευτικών’ ψάχνουν αντίδοτο στη λιτότητα με επιφανειακές εκσυγχρονιστικές αρλούμπες.
Με αφορμή λοιπόν την επέτειο για την αποκατάσταση της δημοκρατίας, πράγματι, η γενιά των γονιών μας, οι baby boomers, έχουν κάθε λόγο να τη χαίρονται. Τα επαναστατικά τους προτάγματα, τα διλήμματα, ακόμη και οι μύθοι επιβίωσαν δίπλα στην οικονομική και θεσμική μας μεγέθυνση, αφού υπήρχε η υπόσχεση και η πραγμάτωση της καλύτερη ζωής. Εδώ και μια δεκαετία όμως, το πρόβλημα δεν κρύβεται με τίποτα. Οι νεότεροι, οι ‘αδιάβροχοι’ και προστατευμένοι κατά τον Πετρουλάκη στο κείμενό του στο Protagon, έχουμε κάθε λόγο να ζητάμε ευθύνη, ηγεσία, λογοδοσία, αξιολόγηση, αντιπροσώπευση, δυνατότητα. Η μεταπολίτευση μας χάρισε το προνόμιο να βλέπουμε και να συγκρίνουμε. Να μην πιστεύουμε σε αυτοματισμούς, σε μοίρες, σε μεγαλεία, σε εξαιρέσεις, σε κοινωνίες που δήθεν δεν θέλουν να ζήσουν δίκαια και εκλέγουν τους χειρότερους. Η σημερινή ελληνική δημοκρατία είναι χειρότερη από αυτή που θα θέλαμε και θα μπορούσαμε να έχουμε ακόμη και μετά από 6 χρόνια ύφεσης, γιατί το πολιτικό μας σύστημα έχει πάρει διαζύγιο από το δημόσιο συμφέρον, αρνείται την ευθύνη και εκχωρεί καθημερινά την πολιτική και νομοθετική κυριαρχία σε επιμέρους συμφέροντα.