α. Η «γενιά της Ευρώπης» χρειάζεται να μιλήσει
Σήμερα η Βουλή των Ελλήνων θα ψηφίσει ή θα απορρίψει τη νέα δανειακή σύμβαση. Το δίλημμα έχει τεθεί και δεν είναι προσχηματικό. Είναι πραγματικό και αφορά όλους μας.Είτε θα συνεχίσουμε να δίνουμε τον αγώνα των επίπονων αλλαγών μέσα στην Ευρώπη, με κόστος, αλλά με δυνατότητες ή θα βρεθούμε στην τριτοκοσμική τροχιά της δραχμής και θα γυρίσουμε δεκαετίες πίσω. Σήμερα αποφασίζουμε για το ποιοί είμαστε, που ανήκουμε, που θέλουμε να πάμε και πώς θα ζήσουμε τα επόμενα χρόνια.
Υπάρχει μια γενιά, την οποία προκλητικά επικαλούνται όλοι, πάνω στην οποία συστηματικά βυσσοδομούν κυρίως οι παλαιότερες γενιές, ενώ η ίδια δεν εκφράζεται συγκροτημένα στο δημόσιο διάλογο. Είναι η γενιά όσων γεννήθηκαν και μεγάλωσαν, όταν η χώρα μας έκανε τα πρώτα της βήματα στην τότε Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Είναι η γενιά με την καλύτερη μόρφωση και τυπικά προσόντα που έζησε ποτέ στη χώρα, η οποία «φέρει» ένα σημαντικό προνόμιο και κεκτημένο: την Ευρώπη. Είναι η δική μας γενιά. Για εμάς, η Ευρώπη είναι κομμάτι της καθημερινής μας ζωής. Βρίσκεται στις υποδομές μας, στην οικονομία μας, στο κράτος, στον πολιτισμό, στις σπουδές μας, στο περιβάλλον. Πήραμε το πρώτο μας χαρτζιλίκι σε δραχμές, αλλά τα πρώτα μας χρήματα τα αποκτήσαμε σε ευρώ. Δε θυμόμαστε πια πόσα ευρώ είναι «ένα πεντοχίλιαρο» κι έχουμε φίλους στο Λονδίνο, στη Βαρκελώνη και στο Άμστερνταμ. Δεν ασπαζόμαστε συνομωσίες, δεν πιστεύουμε ότι μας “χρωστάνε”, ούτε ότι είμαστε περιούσιος λαός. Πιστεύουμε όμως στις δυνατότητές μας, αλλά και στο ότι η Ευρώπη είναι το περιβάλλον, μέσα στο οποίο μπορούμε να τις αξιοποιήσουμε. Είναι ο σταθερός μοχλός μεταρρυθμίσεων και αλλαγών στη χώρα μας, ο ειρηνοποιός σε μια ταραγμένη γειτονιά. Είναι μια κοινότητα που έχει ωφελήσει την Ελλάδα κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά και πολιτισμικά.
Και όμως. Είμαστε η πρώτη γενιά μεταπολεμικά που δε ζει με την προσδοκία μιας καλύτερης πραγματικότητας. Οι έννοιες της απόκτησης ιδιοκτησίας, της περιουσίας, της αποταμίευσης, της σταθερής εργασίας, της ασφάλειας, της δημιουργίας οικογένειας είναι πλέον για την πλειονότητα των νέων απόμακρες και πιθανά απραγματοποίητες. Ταυτόχρονα, βλέπουμε τους εργοδότες μας στον ιδιωτικό τομέα να συλλαμβάνονται για χρέη στο Δημόσιο. Πολλούς στο Δημόσιο να συνεχίζουν ατάραχοι τον καταστροφικό τους λήθαργο ή να εμποδίζουν τους λίγους ευσυνείδητους να κάνουν το καθήκον τους. Την ίδια στιγμή ακούμε συνομήλικούς μας να φωνάζουν να «καεί η Βουλή» ή να υιοθετούν εύκολα συνθήματα της γενιάς του Πολυτεχνείου, να υψώνουν τείχη σε αλλαγές, για τις οποίες θα έπρεπε να είμαστε μπροστάρηδες, να ενδίδουν καθημερινά σε έναν ξεπερασμένο από τις εξελίξεις ιδεολογικό αγώνα, που νομιμοποιεί την ανομία και μας γυρίζει πίσω, όταν το ζητούμενο είναι η φυγή προς τα εμπρός. Τελικά, να κοινωνούν έναν διογκούμενο δηλητηριώδη λαϊκισμό που περιθωριοποιεί την κοινή λογική, την ψυχραιμία, τον τεκμηριωμένο λόγο, το σχεδιασμό, τη συνεργασία, την πολιτική πράξη. Είναι αναμενόμενο. Σε αυτό το περιβάλλον ζούμε. Αυτά είναι τα πρότυπα και οι πρακτικές που κληροδοτούν οι προηγούμενες γενιές στη δική μας. Σαφέστατα, δεν έχουμε τεκμήριο αθωότητας. Όμως αποποιούμαστε αυτήν την αχρείαστη κληρονομιά.
β. Η κρίση έχει ταυτότητα
Δεν τρέφουμε ψευδαισθήσεις για το πως φτάσαμε ως εδώ. Δεν ζούσαμε στον επίγειο παράδεισο ούτε βρισκόμαστε στο περιθώριο. Η κρίση βρήκε τη χώρα ανοχύρωτη και απροετοίμαστη σε επίπεδο εξουσίας, οικονομίας, κοινωνικών δομών και κυρίως νοοτροπίας. Λίγοι μπήκαν στον κόπο να εξηγήσουν με ειλικρίνεια την είσοδό μας σε μια σκληρή πραγματικότητα. Και ακόμα λιγότεροι μπόρεσαν να ακούσουν, αφού οι φωνές του λαϊκισμού και της αντίδρασης ήταν πολλές και έβρισκαν εξίσου πολλούς πρόθυμους αναμεταδότες. Όπως συμβαίνει κάθε φορά που το μαχαίρι μπαίνει στο κόκκαλο και απειλούνται τα βολικά προνόμια εντός και δορυφορικά του κράτους.
Τα άκρα απειλούν να ορίσουν το δημόσιο διάλογο. Ο κρατισμός ονομάζεται κοινωνική ευαισθησία. Η διάλυση της πόλης που ζούμε ονομάζεται δικαίωμα στη διαμαρτυρία. Ο αποκλεισμός δημοσίων υπηρεσιών θεωρείται «αντίσταση στην εξουσία». Θεσμικοί παίκτες υπερασπίζονται τη μη εφαρμογή νόμων και την αναπαραγωγή ενός συστήματος δικαιοσύνης, που πλέον δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινωνίας και της οικονομίας μας. Η ανομία και η ατιμωρησία ονομάζονται «νομική παράδοση» στο θέατρο των δήθεν υπερασπιστών της συνταγματικής νομιμότητας. Οι ανορθολογικές και οι αντιευρωπαϊκές φωνές πληθαίνουν.
Βλέπουμε καθαρά τα διαχρονικά ελλείμματα της πολιτικής όλων των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων. Βλέπουμε καθαρά τη μυωπική στάση της σημερινής ηγεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα εγχώρια λάθη της τελευταίας κρίσιμης διετίας: στην απουσία σύνδεσης ύφεσης και στόχων, στο αναπτυξιακό έλλειμμα, στις οριζόντιες και άδικες περικοπές εισοδημάτων, στην ανικανότητα του πολιτικού προσωπικού να εφαρμόσει τις διαρθρωτικές αλλαγές γρήγορα και αποτελεσματικά. Και προκαλεί τη λογική και τη μνήμη μας η υποκρισία μερικών αποτυχημένων διαχειριστών του μνημονίου που σήμερα το λοιδωρούν και το δαιμονοποιούν.
γ. Νέες συλλογικότητες χωρίς ψευδαισθήσεις
Ας μην ξεχνάμε ότι οι μεταρρυθμίσεις και οι μεγάλες αλλαγές απαιτούν κοινωνικές συμμαχίες και ηγέτες. Σήμερα οι προϋποθέσεις αυτές δεν υπάρχουν. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε νέες πολιτικές δυνάμεις που δεν ωραιοποιούν, δεν κρύβονται, δεν στρογγυλεύουν, αλλά υπερβαίνουν την παλαιά πολιτική και τα κόμματά της. Τώρα όσο ποτέ ένα μεγάλο τμήμα της νέας γενιάς νιώθει την ανάγκη να πάρει το λόγο και να εκτονώσει δημιουργικά την αντίθεσή του απέναντι στο πολιτικό σύστημα. Είναι μια αρχή μιας νέας συλλογικότητας που θα μας οδηγήσει σύντομα σε μια νέα κοινωνική και πολιτική οργάνωση. Η συζήτηση είναι πλέον ανοιχτή και τα τείχη έχουν πέσει. Όσοι περισσότεροι έλθουμε κοντά γιατί μας ενώνει το εφικτό, όσοι περισσότεροι βλέπουμε ευκαιρίες να δημιουργήσουμε, όσοι περισσότεροι απαντάμε πειστικά απέναντι στο οργανωμένο μπλοκ της άρνησης, της μετριοκρατίας και της απομόνωσης, τόσο αυξάνουμε την πιθανότητα να έλθουν στο φως και να ενεργοποιηθούν άξιοι πολίτες.
δ. Η παραμονή στην Ευρωζώνη είναι αδιαπραγμάτευτη. Άμεσες ενέργειες.
Δε διανοούμαστε μια Ελλάδα αφημένη κυριολεκτικά στις εμπνεύσεις και ορέξεις των σημερινών πολιτικών πρωταγωνιστών του μεταπολιτευτικού δράματος. Η παραμονή της χώρας μας στην Ευρωζώνη είναι αδιαπραγμάτευτη. Η διεθνής απομόνωση, η φτώχεια, η στασιμότητα και η ανασφάλεια που αυτή θα επιφέρει είναι απευκτέες. Η μάχη πρέπει να δοθεί και θα δοθεί μέσα στην Ευρώπη. Ο δρόμος είναι ένας: δουλειά, δημιουργία, ευθύνη, φαντασία, κοινή λογική, έλεγχος, διαφάνεια, λογοδοσία, δημοκρατία, συμμετοχή, ποιότητα, ουσία.
Σήμερα, προέχει να ψηφισθεί και να υλοποιηθεί η νέα δανειακή σύμβαση. Δεν υποστηρίζουμε ότι το νέο Μνημόνιο είναι πανάκεια για τη χώρα. Περιέχει μέτρα που μας βρίσκουν αντίθετους, όπως για παράδειγμα η μείωση του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό τομέα. Περιέχει όμως και ευεργετικές διατάξεις για αλλαγές στο κράτος, τον περιορισμό των δημοσίων δαπανών, την ενίσχυση του ανταγωνισμού τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης. Ας είμαστε ρεαλιστές. Η νέα σύμβαση μπορεί να αποτελέσει την τελευταία πράξη μιας περιόδου ανασφάλειας και αβεβαιότητας και την απαρχή μιας νέας δύσκολης προσπάθειας, χωρίς όμως ψευδαισθήσεις. Μιας περιόδου αυτογνωσίας, αυτοκριτικής και σκληρής δουλειάς. Μέσα στους επόμενους μήνες, προέχει να κερδίσει η χώρα μας την εμπιστοσύνη των εταίρων της, των διεθνών οργανισμών και των Ευρωπαίων φορολογουμένων που μας δανείζουν.
Αυτό είναι εφικτό με την αναγκαία παράταση ζωής στη σημερινή κυβέρνηση και τη στήριξή της από τα κόμματα χωρίς τυχοδιωκτισμούς, ώστε να υλοποιηθούν οι βασικές μεταρρυθμίσεις πριν από τις εκλογές και να εμπεδωθεί από όλους ότι στο εξής η συνεργασία είναι μονόδρομος. Είναι εφικτό – τώρα και στη συνέχεια – με την άμεση και αποφασιστική προώθηση αλλαγών που «χτυπούν» την κομματοκρατία στον πυρήνα της, δηλαδή ένα νέο αναλογικότερο εκλογικό σύστημα με κατάτμηση των μεγάλων περιφερειών, ένα νέο πλαίσιο για τη χρηματοδότηση των κομμάτων και την αποφασιστική μεταρρύθμιση των δομών και της λειτουργίας του στενού και ευρύτερου δημοσίου τομέα, ώστε να έλθουν γρήγορα δίκαια αποτελέσματα στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, του ανοίγματος τομέων της οικονομίας και στην απονομή της δικαιοσύνης.
Με την παρέμβασή μας κάνουμε μια αρχή. Φιλοδοξούμε να καταθέτουμε τις προτάσεις μας, συμβάλλοντας στη δημιουργία μιας πολιτικής κοινότητας που αγκαλιάζει τη δυναμική Ελλάδα. Αυτήν που γνωρίζει τι σημαίνει «παράγω», «δημιουργώ», «μορφώνομαι», «αγωνιώ», «αναζητώ», «σέβομαι», «συμμετέχω», «προσφέρω». Αυτήν που μπαίνει μπροστά για να πάμε μπροστά στα δύσκολα. Χρειαζόμαστε μια ανάσα ελπίδας, εμπιστοσύνη και ουσιαστική επικοινωνία. Μπορούμε να τα κερδίσουμε.
Υπογράφοντες
Κωνσταντίνος Αλεξάκος – Αρχιτέκτονας
Θανάσης Αργυρόπουλος – Πολιτικός Επιστήμονας
Κωνσταντίνος Βαφειάδης – Δρ. Χημικός Μηχανικός
Παναγιώτης Βλάχος – Υπ. Δρ. Πολιτικής Επιστήμης/Σύμβουλος Πολιτικής
Βαγγέλης Βλάχος – Μηχανικός Υπογείων Έργων, MSc
Θανάσης Γκούγκλας – Πολιτικός Επιστήμονας/Μέλος G700
Ανδρέας Κανελλάκης – Ειδικος Διαπραγματευτης Β’ Παραγωγων ΧΠΑ
Μάριος Θεμιστοκλέους – Γιατρός
Ξένια Καπόρη – Οικονομολόγος
Μαρία Καρακλιούμη – Πολιτική Αναλύτρια/Αντιπεριφερειάρχης Αττικής
Βασίλης Κ. Καραμητσάνης – Δικηγόρος
Νίκος Κασκαβέλης – Δικηγόρος
Θανάσης Κοντογεώργης – Δικηγόρος
Χριστίνα Κόκοτα – Πιανίστρια Εθνικού Ωδείου
Μιχάλης Λούπης – Δημοσιογράφος
Νίκος Μαντζούφας – Πολιτικός Μηχανικός/Ειδικός Γραμματέας Συμπράξεων Δημοσίου Ιδιωτικού Τομέα
Αντώνης Μαρκόπουλος – Δρ. Ηλ. Μηχανικος/Ειδικός Γραμματέας Ψηφιακού Σχεδιασμού
Δήμητρα Μαυράκη – Περιβαλλοντολόγος, MSc
Ρόζα Μόνου – Σύμβουλος Επικοινωνίας
Ευάγγελος Ντηνιακός – Δικηγόρος
Αντώνης Οικονόμου – Δρ. Ηλεκτρολόγος Μηχανικός
Κωνσταντίνος Πλατίτσας – Δικηγόρος
Λαμπρινή Ρόρη – Υπ. Δρ. Πολιτικής Επιστήμης, Université Paris I, Sorbonne
Άκης Σκέρτσος – Σύμβουλος Πολιτικής Επικοινωνίας
Μιχάλης Στάγκος – Επιχειρηματίας
Τάσος Συκάκης – Διεθνολόγος/Σύμβουλος Επικοινωνίας
Στράτος Τάκης – Πολιτικός Επιστήμονας
Αλέξανδρος Χατζόπουλος – Δικηγόρος