Ο Φιλίπ Λεγκρέν δεν πρέπει να αισθάνεται ιδιαίτερα ευπρόσδεκτος αυτή την περίοδο στις Βρυξέλλες, στο Βερολίνο και στη Φρανκφούρτη. Το βιβλίο του, «European Spring: Why our Economies and Politics are in a Mess and How to Put Them Right», βάζει στο στόχαστρο τη συντηρητική ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης αποδίδοντάς της ευθύνες για την αντιμετώπιση της κρίσης στην ευρωζώνη και την άδικη, ισοπεδωτική λιτότητα που είχε βασικό στόχο τη διάσωση των γαλλικών και γερμανικών τραπεζών. Λίγο πριν έλθει στην Αθήνα, ο πρώην οικονομικός σύμβουλος του Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο μάς προειδοποιεί ότι η κρίση δεν έχει τελειώσει και ότι χρειάζεται δραστική αλλαγή πορείας για να μη διολισθήσει η Ευρώπη σε μια χρονοβόρα και επικίνδυνη στασιμότητα.
Συνέντευξη στον Παναγιώτη Βλάχο
———-
Το βιβλίο σας ασκεί έντονη κριτική σε όσους διαχειρίστηκαν την κρίση στην ευρωζώνη. Μια και ζήσατε τις εξελίξεις εκ των έσω, τι έχει πάει λάθος από το 2009 ως σήμερα; «Η κρίση είναι κυρίως τραπεζική, προκλήθηκε από τον αλόγιστο δανεισμό των γερμανικών και γαλλικών τραπεζών, παροτρύνθηκε από την αυταρέσκεια και μερικές φορές τη συνενοχή μεταξύ κεντρικών τραπεζιτών, των νομοθετών, των εποπτικών αρχών και των πολιτικών. Οταν το πρόβλημα χρέους της Ελλάδας κορυφώθηκε το 2010, οι τεχνοκράτες της ευρωζώνης αποφάσισαν λανθασμένα ότι η κρίση ήταν δημοσιονομική και οφειλόταν στη σπατάλη των νοτιο-ευρωπαϊκών κρατών. Καθώς αποτύγχαναν να μεταρρυθμίσουν τις τράπεζες ή να διαγράψουν τα αβάσταχτα δημόσια χρέη, το Βερολίνο, οι Βρυξέλλες και η Φρανκφούρτη επέβαλαν μια υπερβολική, ενιαία λιτότητα. Οταν τα συνεχόμενα λάθη τους έσπειραν τον πανικό, που παραλίγο να καταστρέψει την ευρωζώνη, απαίτησαν ακόμη μεγαλύτερη λιτότητα – ώσπου τελικά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παρενέβη το καλοκαίρι του 2012, αφού για δύο χρόνια επέμενε ότι δεσμευόταν νομικά να μην το κάνει».
Ποιο ήταν το αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης; «Το αποτέλεσμα ήταν μια αχρείαστη, μακράς διάρκειας βαθιά ύφεση και σοκαριστικά υψηλή ανεργία. Η λιτότητα η οποία επιβλήθηκε στην Ελλάδα είναι τόσο βίαιη, ώστε η ύφεση που προκάλεσε είναι χειρότερη και από αυτή που έζησε η Γερμανία τη δεκαετία του ’30! Ενώ αυτή η κρίση θα μπορούσε να ενώσει την Ευρώπη για να ελέγξει συλλογικά τις τράπεζες που μας οδήγησαν στο σημερινό χάος, αντίθετα τη δίχασε, βάζοντας τις χώρες-δανειστές (κυρίως τη Γερμανία) απέναντι στις χώρες-οφειλέτες, με τα ευρωπαϊκά όργανα να μετατρέπονται σε μέσα επιβολής των δανειστών στους οφειλέτες».
Η Ιρλανδία και η Πορτογαλία βγαίνουν από τα Μνημόνια, η Ελλάδα έχει πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα, οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου κατάφεραν να εκδώσουν κρατικά ομόλογα και υπάρχουν κάποια σημεία ανάκαμψης στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Φτάσαμε στο τέλος της κρίσης; «Επειδή η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τελικά ανέκοψε τον πανικό που έσπειραν οι πολιτικοί της ευρωζώνης και η λιτότητα “μαλάκωσε” σε αρκετές χώρες, οι οικονομίες σταθεροποιήθηκαν. Αλλά η κρίση δεν έχει τελειώσει. Η ελληνική οικονομία συρρικνώνεται. Ακόμη και η Ιταλία, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Γαλλία, η Ολλανδία και η Φινλανδία βρίσκονται σε ύφεση το τελευταίο τέταρτο του έτους. Η τραπεζική κρίση υφίσταται. Η Ελλάδα παραμένει αναξιόχρεη και το δημόσιο χρέος της μεγαλώνει, όπως συμβαίνει και σε άλλες χώρες, όπου επίσης το ιδιωτικό χρέος είναι ακόμη υψηλότερο. Η όποια ανάκαμψη είναι αρκετά ισχνή για να ρίξει σύντομα την ανεργία σε κανονικά επίπεδα. Ωσπου να αλλάξει κατεύθυνση η ευρωζώνη, όλα συνηγορούν υπέρ της παρατεταμένης στασιμότητας – και ολόκληρη η Νότια Ευρώπη κινδυνεύει να βυθιστεί στην αποπληθωριστική παγίδα χρέους».
Πώς αξιολογείτε την αποτελεσματικότητα και γενικότερα τον ρόλο της τρόικας έπειτα από τέσσερα χρόνια άμεσης παρέμβασης στα εθνικά πολιτικά συστήματα;«Η τρόικα δεν λογοδοτεί στις εκλεγμένες κυβερνήσεις, όπως θα έπρεπε. Είναι απαράδεκτο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να εμπλέκεται σε τέτοιες πολιτικές αποφάσεις. Οι πολιτικές που επέβαλε η τρόικα είναι συχνά προβληματικές και έχουν υπηρετήσει τα συμφέροντα των κρατών-δανειστών, όχι των κρατών που έχουν χρέη».
Αρα τι είδους μηχανισμός μπορεί να εγγυηθεί τη συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και την επιθυμητή δημοσιονομική πειθαρχία στην Ελλάδα; «Στο τέλος, οι ίδιοι οι Ελληνες οφείλουν να αποφασίσουν για το μέλλον τους. Θέλετε ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα, αποτελεσματικές δημόσιες υπηρεσίες και να βάλετε ένα τέλος στις πελατειακές σχέσεις; Αν είναι έτσι, πρέπει να ψηφίσετε τους πολιτικούς που είναι πραγματικοί μεταρρυθμιστές».
Πιστεύετε ότι το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών αντανακλά ένα μη αναστρέψιμο κοινωνικό και πολιτικό μετασχηματισμό της Ευρώπης που θα απελευθερώσει φυγόκεντρες δυναμικές ή θα μπορούσε να αποτελέσει ένα είδος συναγερμού για τις φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις να ενωθούν και να δράσουν πέρα από τις παραδοσιακές κομματικές τους γραμμές; «Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών αντανακλά μια σαφή απόρριψη των κομμάτων εξουσίας που συνδέθηκαν ή συνδέονται με τη λανθασμένη και άδικη αντιμετώπιση της κρίσης στην ευρωζώνη. Σε όλες τις εκλογές τα τελευταία χρόνια οι ψηφοφόροι ψήφισαν για αλλαγή και στο τέλος βρέθηκαν περίπου στα ίδια – ακριβώς εξαιτίας των κοινών πολιτικών που εφαρμόστηκαν παντού και των νέων δημοσιονομικών κανόνων που υπαγορεύει το Βερολίνο και υλοποιούν οι Βρυξέλλες. Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει ότι η απουσία ικανών εναλλακτικών λύσεων στρέφει αρκετούς ψηφοφόρους προς τα άκρα, που εκφράζουν αντιευρωπαϊσμό».
Δεν έχουν τα προοδευτικά κόμματα της Ευρώπης εναλλακτικές πολιτικές προτάσεις; «Οι προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις πρέπει να έχουν το κουράγιο και το σθένος να αμφισβητήσουν επί της ουσίας τη βαθιά συντηρητική συναίνεση Βερολίνου και Βρυξελλών, η οποία δεν είναι καθόλου φιλοευρωπαϊκή, αλλά καταστρεπτική για την Ευρώπη. Είναι καιρός να προσφέρουν στους πολίτες γνήσιες πολιτικές εναλλακτικές».
Πιστεύετε ότι μια μελλοντική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να απειλήσει την παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη; «Δεν μπορώ να προβλέψω τι μπορεί να κάνει μια μελλοντική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά μια και η Ελλάδα έχει κατοχυρώσει πρωτογενές πλεόνασμα, κάθε ελληνική κυβέρνηση – συμπεριλαμβανομένης και της σημερινής – θα μπορούσε αξιόπιστα να απειλήσει με χρεοκοπία. Και η χρεοκοπία – ακόμη λιγότερο, η απειλή αυτής – δεν σημαίνει ταυτόχρονα και έξοδο από το ευρώ. Οταν το Ντιτρόιτ χρεοκόπησε, κανείς δεν πρότεινε να εγκαταλείψει το δολάριο».
Κάποιοι αναφέρονται στην ανάγκη δημιουργίας μιας συμμαχίας του ευρωπαϊκού Νότου η οποία θα σταματήσει τη λιτότητα και θα διαπραγματευτεί μια «Νέα Συμφωνία» για την ανάπτυξη με τις Βρυξέλλες. Πιστεύετε ότι είναι εφικτό ένα τέτοιο σενάριο; «Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Ιούνιο του 2012 ο πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ συμμάχησε με τον Ιταλό Μάριο Μόντι και τον Ισπανό Μαριάνο Ραχόι προκειμένου να προωθήσουν ένα σχέδιο αλλαγής πολιτικής: τη δημιουργία μιας τραπεζικής ένωσης και ένα σύμφωνο για την ανάπτυξη και την εργασία που αφορούσε την αύξηση των διαθέσιμων κεφαλαίων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, ώστε η Ευρωπαϊκή Ενωση να χρηματοδοτήσει επενδύσεις – μια πρόταση την οποία υποστήριξα και εγώ, από την πρώτη στιγμή που βρέθηκα στην Κομισιόν. Αρα, ναι, μια αλλαγή πολιτικής είναι πιθανή. Και ο άνθρωπος που θα ηγηθεί αυτής της προσπάθειας μπορεί να είναι ο νέος, δυναμικός πρωθυπουργός της Ιταλίας, Ματέο Ρέντσι, ο μεγάλος νικητής των ευρωπαϊκών εκλογών. Με λίγη τύχη, μπορεί να δημιουργήσει μια συμμαχία των νοτιοευρωπαϊκών κυβερνήσεων και προοδευτικών κάτω από έναν μανδύα ανανέωσης και αλλαγής σκυτάλης προς τη νέα γενιά».
Το βιβλίο σας έχει τον τίτλο «Ευρωπαϊκή άνοιξη». Πού διακρίνετε την κρυμμένη δυναμική της σημερινής Ευρώπης να αλλάξει κατεύθυνση και να ξεφύγει από την ύφεση; «Ευρωπαϊκή άνοιξη σημαίνει οικονομική και πολιτική ανανέωση. Για αρχή, χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε την τραπεζική κρίση και την κρίση χρέους με αποφασιστικότητα και δικαιοσύνη, αναδιαρθρώνοντας τις τράπεζες, διαγράφοντας μη βιώσιμα χρέη και συνδυάζοντας περισσότερες επενδύσεις με μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της παραγωγικότητας, επομένως και των μισθών, από το να κόβουμε μισθούς στη μερκαντιλιστική λογική της δήθεν “ανταγωνιστικότητας”. Αντί για μια ευρωζώνη κομμένη και ραμμένη στα στενά συμφέροντα της Γερμανίας ως πιστώτριας χώρας, χρειαζόμαστε μια δημοσιονομική ένωση που λειτουργεί για όλους τους πολίτες της. Για να πετύχουμε βιώσιμη ευημερία για όλους, χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις προκειμένου να κάνουμε τις οικονομίες μας αξιοπρεπείς, δυναμικές και ευπροσάρμοστες. Και χρειάζεται να ανανεώσουμε τη σημερινή πολιτική των κλειστών κλαμπ, των ταξικών αναφορών και των αποκλεισμών που μας κληροδότησε η ξεπερασμένη βιομηχανική εποχή, να περάσουμε σε μια πολιτική ανοιχτή, προσαρμοσμένη στην εποχή του Διαδικτύου – και να δώσουμε στους Ευρωπαίους πιο δυνατή φωνή για τη μελλοντική πορεία της ΕΕ. Για να τα πετύχουμε όλα αυτά, χρειαζόμαστε τολμηρούς ηγέτες, πολιτικούς που παίρνουν ρίσκα και ένα κίνημα αλλαγής από τη βάση».
*Ο Φιλίπ Λεγκρέν θα μιλήσει στις 25 Ιουνίου στην εκδήλωση που διοργανώνουν από κοινού το Προοδευτικό Φόρουμ και το Ιδρυμα Friedrich Ebert στην Αίθουσα του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (Ακαδημίας 60) στις 19.30.