Τα κόμματα προσφέρουν το θεσμικό περιβάλλον της κοινωνικής σύγκρουσης. Άρα, είναι εύλογο ότι η διακυβέρνηση, η κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας εξαρτώνται από την ποιότητα των κομμάτων και τη δυνατότητά τους να εκφράσουν τις κοινωνικές ανάγκες που αντιπροσωπεύουν. Η ευθύνη του ελληνικού πολιτικού συστήματος για την άλλη όψη του νομίσματος της οικονομικής κρίσης είναι υπαρκτή και επισημαίνεται από όλους. Δεν έχει όμως αποτιμηθεί σε βάθος.
Μπορούμε να εξετάσουμε το ρόλο των κομμάτων στην Ελλάδα της κρίσης και της ύφεσης (2008-2015) σε πολλά επίπεδα: αυτά της εσωκομματικής οργάνωσης και δημοκρατίας, των προγραμμάτων τους, της κυβερνητικής τους αποτελεσματικότητας, της κοινωνικής τους σύνθεσης, της σχέσης τους με ειδικά συμφέροντα, τη σχέση τους με το ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον κ.α. Μια τέτοια έρευνα θα βοηθούσε να καταλάβουμε καλύτερα γιατί τα κόμματα απέτυχαν σε γενικές γραμμές να αποτρέψουν και να διαχειριστούν στη συνέχεια την κρίση, αλλά και γιατί συνέδεσαν το οικονομικο ρίσκο της χώρας με την πολιτική αβεβαιότητα.
Ενόψει της εκλογής αρχηγού στη Νέα Δημοκρατία, αλλά και των επερχόμενων συνεδρίων στο Ποτάμι και στη Δημοκρατική Συμπαράταξη, έχει ίσως αξία να σκεφτούμε ποιες προκλήσεις αντιμετώπισαν και θα αντιμετωπίσουν τα ελληνικά κόμματα. Η μεταρρύθμιση εξάλλου του κομματικού συστήματος είναι εξίσου σημαντική με τις διοικητικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις.
Μια σχετικά σύγχρονη τυπολογία των κομμάτων, σχετικά «βολική» για την περίοδο που ζούμε, ειναι η διάκρισή τους σε προγραμματικά, χαρισματικά καιπελατειακά. Όμως πραγματική ζωή ξεπερνά τις διακρίσεις και οι παραπάνω τρεις κατηγορίες συνυπάρχουν. Η αλήθεια είναι ότι η πόλωση και ο κατακερματισμός ευνοούν πρωτίστως τα χαρισματικά κόμματα, αυτά δηλαδή που στοιχίζονται πίσω από εναν χαρισματικό ηγέτη, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα. Τα κόμματα που συνδυάζουν πελατειακά και προγραμματικά χαρακτηριστκά (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ) συρρικνώνονται, αλλά δεν εξαφανίζονται. Οι σύντομες περίοδοι πολιτικής σταθερότητας δεν ευνοούν τα προγραμματικά κόμματα, όπως το Ποτάμι, που απειλούνται ακόμη και με εξαφάνιση από τις απανωτές εκλογικές αναμετρήσεις. Ποιες όμως είναι οι ειδικότερες προκλήσεις, στις οποίες το κομματικό σύστημα χρειάζεται να λάβει υπόψιν του για να μην μετατραπεί σε πάταγο ή αργή πτώση;
Η «πασοκοποίηση» (pasokification) αποτελεί πια έναν δόκιμο όρο που περιγράφει πως ένα κεντροαριστερό κυβερνητικό κόμμα καταρρέει εκλογικά υπό το βάρος μιας εθνικής οικονομικής και κοινωνικής περιπέτειας.
Τα κόμματα έχουν χάσει την αξιοπιστία τους. Η απογοήτευση από την πολιτική είναι διάχυτη και η αντισυστημικότητα εκφράζεται και δια της αποχής. Όσο τα κόμματα γίνονται αντιληπτά ως κλειστές ομάδες μανδαρίνων εξαρτημένων από τους μεταπολιτευτικούς τους «πελάτες», που δίνουν μάχες παραμονής στην εξουσία με κάθε κόστος και «λύνουν» τα προβλήματα στα λόγια, η απόσταση από τους πολίτες θα μεγαλώνει. Αντίθετα, όταν τα κομματα γίνονται τα ίδια παράδειγμα και εισάγουν καινοτομίες στο εσωτερικό τους, γίνονται διαφανή, ανοιχτά και αξιόπιστα, οι καλές πρακτικές μεταφέρονται στη διακυβέρνηση. Η χρηματοδότηση κομμάτων και πολιτευτών παραμένει ιερή αγελάδα για το πολιτικό σύστημα και διαχρονικό «ορφανό» των μεταρρυθμίσεων που προτείνονται.
Τα κόμματα μιλάνε στο όνομα, όχι υπέρ της ελληνικής κοινωνίας. Η ελληνική κοινωνία φτώχυνε, γερνά γρήγορα, η εθνοτική της σύνθεση αλλάζει και οι ανισότητες μεγάλωσαν. Οι ταξικές γραμμές έχουν επανέλθει, όταν εκατομμύρια Έλληνες είναι ανασφάλιστοι, η ανεργία μεγαλώνει μαζί με την εκ περιτροπής, μαύρη, ανασφάλιστη εργασία και η οικονομία δεν μεγεθύνεται. Ακόμη και μια Ελλάδα τουριστικός παράδεισος δεν εξασφαλίζει την εξάλειψη των ανισοτήτων στον καταμερισμό της εργασίας. Δε νοείται προοδευτικό κόμμα χωρίς προτάσεις και παρεμβάσεις υπερ ενός δίκαιου συμβολαίου μεταξύ οικονομίας και κοινωνικού κράτους, χωρίς στελέχη που εκφράζουν τη νέα κοινωνική κατάσταση, που προέρχονται από κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες, που γνωρίζουν τοπικές και περιφερειακές δομές και ανάγκες.
Χρειάζεται οργανωτική ευελιξία. Κανένα κόμμα δεν θα έχει άπλετο χρόνο μπροστά του. Η διάρκεια της οικονομικής στενωπού θα έιναι ανάλογη των πολιτικών εξελίξεων. Τα κόμματα οφείλουν να είναι προγραμματικά και εκλογικά σε ετοιμότητα. Αυτό συνεπάγεται περισσότερα ενεργά στελέχη, μέλη, συλλογική ευθύνη και καθημερινή μάχη πειθούς για τις θέσεις που εκφράζουν. Αυτή ειναι η λογική της μόνιμης προεκλογικής εκστρατείας, προσαρμοσμένη στην προβολή θέσεων και στο ότι τα άλλα κόμματα έιναι πολιτικοί αντίπαλοι, όχι εχθροί και «προδότες».
Συλλογικότητα σημαίνει εσωκομματική δημοκρατία και ευθύνη. Η εξαετία που πέρασε, παρά τις ανοιχτές εκλογές Προέδρων σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, οι οποίες από μόνες τους δεν λένε τίποτα αν δεν συνοδεύονται από συλλογικότητα και λογοδοσία της ηγεσίας, ενδυνάμωσε τον αρχηγισμό και την ισχύ των μικρών ομάδων. Εξόφθαλμο παράδειγμα, το μοντέλο Τσίπρα. Η ανάγκη για ταχύτητα στη λήψη αποφάσεων δεν σημαίνει απαραίτητα συγκεντρωτισμό και ανύπαρκτα όργανα. Ο πειραματισμός με εσωκομματικά δημοψηφίσματα, διαβουλεύσεις και διαρκή τοπική παρουσία είναι απαραίτητα.
Η άγνοια σκοτώνει πρώτα τη χώρα και μετά τα κόμματα. Όλες οι υφεσιακές κυβερνήσεις ήταν σχετικά έως εντελώς ανέτοιμες να κάτσουν στο ίδιο τραπέζι με τους καταρτισμένους τεχνοκράτες των διεθνών οργανισμών. Έλειψε η στοχοθεσία, οι προτάσεις και η μέθοδος. Τα ινστιτούτα των κομμάτων χρησιμεύουν ως «πάρκινγκ» ημέτερων, ενώ οι πηγές πληροφόρησης τους εξαντλούνται πάνω κάτω στους τομείς πολιτικής τους, οι οποίοι εξυπηρετούν άλλες ισορροπίες. Ιδιαίτερα τα προοδευτικά χρειάζονται άμεση διεθνοποίηση, δικτύωση με τα ευρωπαϊκά κόμματα και παρουσία στα διεθνή φόρα, ενώ θα τους κάνει καλό να ακούν και να διαβάζουν τη γνώση που παράγεται εντός συνόρων από αξιόπιστα ερευνητικά κέντρα και οργανισμούς.
Στα παραπάνω σίγουρα υπάρχει και αντίλογος. Σε περιόδους οικονομικής κρίσης οι κομματικοί σχηματισμοί δέχονται ούτως ή άλλως ισχυρές πιέσεις. Ιδιαίτερα δε τα προοδευτικά μετριοπαθή κόμματα φυλλοροούν, καθώς η βάση τους συμπιέζεται εξαιτίας της λιτότητας, αλλά και της πόλωσης που οδηγεί σε κατακερματισμό και τις προτιμήσεις των ψηφοφόρων στα άκρα. Η «πασοκοποίηση» (pasokification) αποτελεί πια έναν δόκιμο όρο που περιγράφει πως ένα κεντροαριστερό κυβερνητικό κόμμα καταρρέει εκλογικά υπό το βάρος μιας εθνικής οικονομικής και κοινωνικής περιπέτειας.
Όπως και στην Ελλάδα, έτσι και στη σημερινή Ευρώπη, η πόλωση, ο κατακερματισμός και η χαλαρή ταύτιση των ψηφοφόρων με έναν πολιτικό χώρο είναι πια ο κανόνας. Η οικονομική κρίση, το προσφυγικό ζήτημα, οι ανισότητες, η τρομοκρατία, η κλιματική αλλαγή λειτουργούν ως καταλύτες.Περισσότεροι πολίτες και ιδίως οι νέοι προτιμούν να εκφράζονται ταυτόχρονα μέσα από διαφορετικές κοινότητες και οργανώσεις, μη κυβερνητικές, μη κομματικές, χωρίς να δεσμεύονται από αυτές. Η ένταση μεταξύ των κομμάτων και της κοινωνικής τους βάσης θα είναι ο καταλύτης ενός νέου πολιτικού περιβάλλοντος που ανατέλλει εντός και δίπλα μας.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στη Huffington Post