Σοσιαλδημοκρατία: Μια επιστροφή που αναβλήθηκε (ξανά) | ΤΑ ΝΕΑ

Κοινοποίηση

Παρότι η περιπέτεια της πανδημικής κρίσης αποτέλεσε αφορμή προαναγγελίας για τη “μεγάλη επιστροφή” της σοσιαλδημοκρατίας, η χαρά δεν κράτησε πολύ. Η κυριαρχία της Δεξιάς και της Ακροδεξιάς είναι δηλωτική των αλλαγών σε κοινωνικό, οικονομικό και ταυτοτικό επίπεδο, τις οποίες τα προοδευτικά κόμματα δυσκολεύονται να αφομοιώσουν. Αντιθέτως, φαίνεται να επαναλαμβάνουν λάθη αναφοράς σε κοινωνικές συνθήκες που έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί. Οι πρόσφατες εθνικές εκλογές χτύπησαν αρκετά “καμπανάκια”. Ανοίγουν μπροστά μας όμως ευκαιρίες που μπορούμε να αξιοποιήσουμε.

Στο κοινωνικό επίπεδο χρειάζονται νέες συμμαχίες, που κατανοούν τις μεταπολιτικές αντιλήψεις των νέων, τις περιβαλλοντικές και δικαιωματικές ανησυχίες, την εργασιακή επισφάλεια, την κλιματική κρίση, τη σημασία των δημοσίων αγαθών, την τεχνολογική μεταβολή, το καταναλωτικό κίνημα, τις προνοιακές ανάγκες μια γηράσκουσας κοινωνίας. Η αξιοκρατία έπεται, δεν προηγείται της ισότητας στην παιδεία, τον πολιτισμό, την υγεία, την ποιότητα ζωής, τη συμμετοχή στα κοινά. Η αυτονομία της πολιτικής από τα γιγαντούμενα συμφέροντα απαιτεί θάρρος και προσήλωση στη δημοκρατία. Η κοινωνική πολιτική χρειάζεται προσαρμογή, εξειδίκευση και αποκέντρωση στις νέες νόρμες συμβίωσης, εργασίας και κινητικότητας.

Στο προγραμματικό πεδίο, χρειάζεται θεσμικός πειραματισμός. Η προσήλωση στον ευρωπαϊσμό δεν αρκεί. Χρειάζεται κινητοποίηση εγχώριων παραγωγικών και οικονομικών δυνατοτήτων, νέοι θεσμοί χρηματοδότησης της ανάπτυξης πέρα από την υδραυλική σχέση κράτους – αγοράς. Μετάβαση από την τουριστική μονοκαλλιέργεια σε μια ποιοτική εκδοχή φιλοξενίας βασισμένη στις παραγωγικές δυνατότητες της περιφέρειας, την προστασία του περιβάλλοντος και την προσέλκυση ανθρώπινου δυναμικού υψηλής μόρφωσης. Η αποκέντρωση εξουσιών προς τις κατώτερες βαθμίδες διακυβέρνησης, αλλά και απευθείας στον πολίτη, είναι προνομιακό πεδίο και διαρκής πρόκληση για τους σύγχρονους σοσιαλιστές. Το κράτος οφείλει να θέτει φιλόδοξους κοινωνικούς στόχους, όπως η εξάλειψη της φτώχειας, η πλήρης έμφυλη ισότητα, η ενεργειακή αυτονομία με δίκαιους όρους. Με συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών και της αγοράς, χρονοδιαγράμματα, αξιολόγηση και απτά οφέλη σε κάθε στάδιο.

Άραγε, τι είδους κόμμα μπορεί να γίνει θελκτικό για την προοδευτική πλειοψηφία; Το πολιτικό μας λεξιλόγιο, η πολιτική δράση, οι διαδικασίες, η επικοινωνία με τον πολίτη χρειάζονται νέα προσέγγιση. Για να αναβαθμιστούν πρέπει να τροφοδοτουνται από πραγματική εσωκομματική δημοκρατία, διαφάνεια, ανθρωποδίκτυα, στελέχη με κατάρτιση, μια νέα συλλογικότητα που δεν εξαντλείται στη διαδικασία εκλογής αρχηγού από τη βάση ή τα κομματικά συνέδρια. Αντίθετα, η θέση του κόμματος σε κατάσταση διαρκούς προεκλογικής εκστρατείας σημαίνει ότι πλάι στην κοινοβουλευτική παρουσία, το κόμμα θα ανοίγει ζητήματα με επιμονή, θα ενημερώνει, θα προβληματίζεται, θα προσκαλεί και θα αξιοποιεί ανθρώπους και ιδέες σε όλη την επικράτεια.

Ας σκεφτούμε ότι μια πανίσχυρη (Κεντρο)Δεξιά, με ρητορικά δάνεια από την εδραιωμένη Ακροδεξιά και “αξιοποιήσιμα” στελέχη από την κατακερματισμένη Κεντροαριστερά, είναι συνταγή πολιτικής και κοινωνικής καθίζησης. Είναι υποχώρηση του δημοσίου χώρου, των ελευθεριών, της δικαιοσύνης. Το ΠΑΣΟΚ έχει μια ευκαιρία να χτίσει πάνω στο θετικό αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών, αλλά και να προβληματιστεί για τα μειωμένα οφέλη που αποκόμισε από την εκλογική ανατίναξη του ΣΥΡΙΖΑ. Ο δρόμος προς την αναγέννηση μιας νέας σοσιαλιστικής/σοσιαλδημοκρατικής πλειοψηφίας μπορεί να μην είναι τόσο μακρύς όσο πιστεύουν κάποιοι, αλλά σίγουρα θα είναι επίπονος. Άρα επιβάλλεται να είναι δημιουργικός, σαφής και συμπεριληπτικός.

*Άρθρο του Παναγιώτη Βλάχου, νομικού, συμβούλου στρατηγικής κι επικοινωνίας, μέλους της ΚΠΕ του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, στην εφημερίδα Τα Νέα, 18.07.23

Κοινοποίηση