Μόλις την προηγούμενη εβδομάδα, το Ινστιτούτο της ΓΣΕΒΕΕ παρουσίασε μια πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη για τις δυνατότητες των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων να ανέβουν στο τρένο της ψηφιακής εποχής. Χωρίς να ανακαλύπτει την πυρίτιδα, η μελέτη αποτύπωσε αλήθειες που οι επιχειρηματίες και οι ερευνητές γνωρίζουν καλά, αλλά οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών δεν θέλουν να αναμετρηθούν μαζί τους.
Για παράδειγμα, περίπου 8 στους 10 μικρομεσαίους επιχειρηματίες χρηματοδοτούν μόνοι τους την επένδυση σε τεχνολογία, αφού το τραπεζοκεντρικό σύστημα τους στερεί εναλλακτικά χρηματοδοτικά εργαλεία ή τα προγράμματα χρηματοδότησης, βλ. ΕΣΠΑ, έρχονται καθυστερημένα. Πάνω απο τους μισούς δεν γνωρίζουν για την ψηφιοποίηση, είτε γιατί νιώθουν επαρκείς όπως είναι είτε γιατί δεν τους ενημέρωσε κανείς. Ενώ περιπου έξι στους 10 εφαρμόζουν ψηφιακό μάρκετινγκ (με ιστοσελίδα και social media), μόλις το ένα πέμπτο ασχολείται με το ηλεκτρονικό εμπόριο και μόλις το ένα τέταρτο επεξεργάζεται και αναλύει ψηφιακά δεδομένα της εμπορικής και παραγωγικής δραστηριότητας τους.. Όσο μεγαλώνει ο κύκλος εργασιών και ο αριθμός των εργαζομένων, τόσο συχνότερη η διείσδυση της τεχνολογίας στο εμπόριο, στις υπηρεσίες και στη μεταποίηση. Η μελέτη διαλύει επίσης έναν μύθο: η εισαγωγή της τεχνολογίας, όχι μόνο δεν αφαιρεί εργαζόμενους, αλλά αυξάνει κιόλας – τουλάχιστον για την ώρα, ενώ πάνω από τις μισές θεωρούν ότι οι επενδύσεις τους ευνοήθηκαν από την ψηφιοποίηση. Πάντως σε γενικές γραμμές, οι ψηφιακές δεξιότητες είναι σε χαμηλό επίπεδο, κάτι που αντανακλά την έλλειψη ενημέρωσης αλλά και τις διαφορετικές αντιληψεις ανάλογα με το μορφωτικό επίπεδο και την ηλικία των επιχειρηματιών.
Αυτό που δεν λέει όμως η έρευνα, αλλά το δείχνει η πραγματικότητα της πανδημίας, είναι ότι το πέρασμα της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας στην ψηφιακή εποχή δεν είναι εύκολη υπόθεση, όταν κρίνεται η επιβίωσή τους. Αυτό συμβαίνει γιατί οι μικρομεσαίοι, σε σχέση με τους μεγάλους, έχουν υψηλότερα κόστη και υπαρκτές δυσκολίες. Είναι θύματα μιας νέας ανισότητας. Για παράδειγμα, η άντληση ρευστότητας ή ο δανεισμός με υψηλά επιτόκια από το ημιθανές τραπεζικό μας σύστημα δεν βοηθούν. Όταν η εφοδιαστική αλυσίδα καταρρέει επειδή παγώνει το διεθνές εμπόριο, οι μικρομεσαίοι δεν μπορούν εύκολα να ξανασηκωθούν όπως οι μεγάλοι, πολύ δε περισσότερο να βρουν τα χρήματα για να επενδύσουν σε νέες τεχνολογίες ή να εκπαιδεύσουν τους εργαζόμενούς τους στην τηλεργασία. Αν, δε, προστεθεί η κατάρρευση του τουρισμού, το ενδεχόμενο ενός νέου κύματος πανδημίας, οι υψηλοί φόροι και το μη μισθολογικό κόστος πάνω στους χαμηλούς δείκτες καινοτομίας, τις λιγοστές υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και της αλλεργίας στην ανοιχτή διακυβέρνηση και τα ανοιχτά δεδομένα, το φθινόπωρο είναι τουλάχιστον δυσοίωνο.
Άρα η πρόκληση είναι διπλή. Και στήριξη και μετασχηματισμός. Και ποιος πρέπει να αναλάβει τα ηνία; Το κράτος. Από έσχατος δανειστής καλείται το ίδιο να μετασχηματιστεί σε έξυπνος χρηματοδότης, επενδυτής και εγγυητής της ανάπτυξης. Γι’ αυτό και έχει τεράστια σημασία η διαχείριση των επιχορηγήσεων και των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και του νέου ΕΣΠΑ, όπου η Ελλάδα είναι ουραγός στην απορρόφηση πόρων για την ψηφιακή οικονομία. Δεν χρειάζονται άλλοι ευρωπαϊκοί πόροι για ονλάιν ντελιβεράδικα, όπως στο παρελθόν, αλλά νέα χρηματοδοτικά εργαλεία με απορρόφηση μέρους του ρίσκου αλλά και της απόδοσης από το κράτος, ώστε να παραχθεί και δημόσια αξία για το περιβάλλον, την αειφορία, την υγεία, τον πολιτισμό, τις πραγματικά “έξυπνες” και ανθρώπινες πόλεις. Και φυσικά, αντί για αμφίβολης ζήτησης προγράμματα, φτιαγμένα για τις δυναμικές οικονομίες του εξαγωγικού Βορά, έχει ίσως μεγαλύτερη σημασία να ενισχυθούν με περισσότερους πόρους οι μικροί που δείχνουν ανθεκτικότητα και γρήγορη αφομοίωση της ψηφιακής γνώσης και ταυτόχρονα να φύγουν εμπόδια και στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό που επιβάλλουν οι μεγάλοι. Όλα αυτά αξίζει να γίνουν μέρος της συζήτησης που πρέπει να ανοίξει για την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, ώστε η “επιτροπή σοφών” να μην περιοριστεί σε άλλο ένα χιλιοειπωμένο shopping list διεκδικήσεων του ΣΕΒ και του ΙΟΒΕ, όπως αυτο διέρρευσε στον Τύπο πρόσφατα. Η μικρομεσαία επιχείρηση είναι η καρδιά της παραγωγικής ατζέντας της κοινωνίας και αυτό οφείλει να το λάβει σοβαρά υπόψη της η Κυβέρνηση Μητσοτάκη.