Στο Eurogroup της 24ης Μαΐου ολοκληρώθηκε η πρώτη αξιολόγηση με επτά μήνες καθυστέρηση. Μέσα σε αυτήν την περίοδο επανήλθε η οικονομική αβεβαιότητα, αυξήθηκε η ανεργία, έφυγαν ξανά καταθέσεις. Άλλη μια μνημονιακή κυβέρνηση προτίμησε οριζόντια μέτρα, πακετάροντας τα όλα μαζί, φτάνοντας τη διαπραγμάτευση στο παρα πέντε, ώστε να αποφύγει επιμέρους αντιδράσεις στην πορεία προς τη συμφωνία.
Το πρόβλημα με αυτήν την τακτική που θέλει να δημιουργεί αντιπάλους, εντάσεις και διχασμούς, ειναι ότι ότι κάθε φορά που περνά μια σημαντική αλλαγή, πχ φορολογικό ή ασφαλιστικο, παγώνουν οι υπόλοιπες ουσιαστικές αλλαγές, όπως η δικαστική μεταρρύθμιση, συγχωνεύσεις φορέων δημοσίου (χωρίς απολύσεις), ηλεκτρονικές συναλλαγές, πάταξη του παραεμπορίου και λαθρεμπορίου σε καύσιμα-τσιγάρα, καθολική εφαρμογή του δικτύου ΣΥΖΕΥΞΙΣ και άλλα πολλά. Κοινώς, περίπου το 70% όσων συμφώνησε η κυβέρνηση εκκρεμούν ακόμη. Το Ποτάμι υπολόγισε ότι θα μπορούσαμε να γλιτώσουμε 3,7 δις μέσα στα επόμενα χρόνια, αν εφαρμοζόντουσαν τα παραπάνω.
Θα πίστευε κανείς ότι με 22% φτώχεια και 24% ανεργία η Ελλάδα θα μπορούσε να είναι ένα εργαστήρι για αριστερές, κοινωνικές πολιτικές. Αντίθετα, μετατρέπεται σε εργαστήρι ανισοτήτων ανάμεσα σε προνομιούχους και φτωχοποιημένους, νεότερους και μεγαλύτερους, εργαζόμενους και συνταξιούχους, γυναίκες και άνδρες: πολλοί πλέον μένουν στο ισόγειο, όλο και λιγότεροι στους ενδιάμεσους ορόφους, οι ίδιοι προνομιούχοι στο ρετιρέ.
Αντί να σκεφτούν πως θα ισοσκελίσουν όσα φέρνει η φοροκαταιγίδα και το άδικο ασφαλιστικό, ακούμε πολιτικά και ιδεολογικά ασπόνδυλες τοποθετήσεις από τους υπουργούς Οικονομικών και Ανάπτυξης. Για παράδειγμα, τι να το κάνεις πχ το ΕΣΠΑ ή τον πτωχευμένο πια επενδυτικό νόμο, αν θες 8 χρονια για να εκδικαστεί μια φορολογική υπόθεση; Τι να κανεις την αδειοδότηση στη μεταποίηση, αν δε μπορείς να χωροθετήσεις βιομηχανικά πάρκα κ δεν έχεις ακόμη κτηματολόγιο; Τι να την κάνεις την έναρξη επιχείρησης σε μια μερα, όπως επαίρεται ο κ. Σταθάκης, αν οι τράπεζες δανείζουν με 8% επιτόκια και οι καλές επιχειρήσεις που έπεσαν έξω, δεν μπορούν να ξανασηκωθούν, αφού η διαχείριση των κόκκινων δανείων καθυστερεί;
Το πιο σημαντικό όμως αντίβαρο, είναι οι επενδύσεις και οι νέες θέσεις εργασίας. Σωστά λέγεται ότι χρειαζόμαστε ιδιωτικό χρήμα, 100 δις σε μια επταετία, καθώς τα δικά μας χρηματοδοτικά εργαλεία, το ΕΣΠΑ, ο επενδυτικός νόμος, ή το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων με τα 700-800 εκ. “κάβα” για επενδύσεις δεν αρκουν. Για να έρθουν λοιπον δουλειές από επενδύσεις, αυτές θέλουν κίνητρα και κανόνες. Όχι όμως οποιοιδήποτε κανόνες, αλλα αυτοί που θα μας κάνουν ανταγωνιστικούς και ποιοτικούς σε μια ανοιχτή οικονομία, να γίνουμε δηλαδή καλύτεροι απο τους Ιταλούς, τους Πορτογάλους, τους Ισπανούς στα προϊόντα και στις υπηρεσίες μας.
Αντ’ αυτού επιλέγουμε την υπερφορολόγηση που αντανακλά αστάθεια και αφερεγγυότητα στο φορολογικό μας σύστημα. Είναι το πιο σημαντικό κριτήριο που λαμβάνουν υπόψιν 6 στις 10 επιχειρήσεις προκειμένου να μεταφέρουν έδρα ή/και δραστηριότητα σε άλλη χώρα. Η άμεση συνέπεια της υπερφορολόγησης είναι ότι μειώνεται το διαθέσιμο εισόδημα και η δυνατότητα της μεσαίας τάξης να καταναλώνει, ταξιδεύει, μορφώνεται, ψυχαγωγείται. Η επιβίωση αντικαθιστά τη διαβίωση. Επίσης, το σκέλος των έμμεσων φόρων δεν αποδίδει, αφού από το 2010 και μετά οι φόροι σε τηλεπικοινωνίες, ποτά, τσιγάρα κλπ πέφτουν διαρκώς έξω από τους στόχους. Αυξάνονται τα κίνητρα να φοροδιαφύγει ή να φοροαποφύγει κάποιος, ενώ μεγαλώνει η αδήλωτη και η μαύρη εργασία, σε συνδυασμό με τις ασφαλιστικές εισφορές. Άρα διαιωνίζεται ένας φαύλος κύκλος, όπου αποτυχημένα μέτρα οδηγούν σε πιο οδυνηρά μέτρα προκειμένου να εκταμιεύουμε την επόμενη δόση.
Με βάση τα παραπανω, η υπερφορολόγηση αυξάνει τις ανισότητες: άμεσα στο εισοδημα και έμμεσα στην πρόσβαση στα δημόσια αγαθά, στην εργασία, στις κοινωνικές παροχές, στις ευκαιρίες και στις δυνατότητες της μεσαίας τάξης.
Ας αναρωτηθούμε ποιές επιχειρήσεις θα επιλέξουν να μείνουν στην Ελλάδα, όταν το Μάρτιο, σε σχετική έρευνα, το 64% εξέταζαν το ενδεχόμενο να φύγουν απο τη χώρα. Οι εγχώριες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις θα δυσκολευτούν να επεκταθούν και να εκσυγχρονισθούν, αφού οι διαθέσιμοι πόροι για χρηματοδότηση διαρκώς συρρικνώνονται. Η αποεπένδυση πλήττει τις μεγάλες και οργανωμένες επιχειρήσεις, που πλέον δυσκολεύονται να διοχετεύουν πόρους στην έρευνα και στην κατάρτιση των εργαζομένων τους. Αντί για δουλειές υψηλής κατάρτισης που δημιουργούν άξια στελέχη επιχειρήσεων, όσες επιχειρήσεις μένουν θα δίνουν έμφαση σε προϊόντα που δεν απαιτούν ιδιαίτερες γνώσεις και δεξιότητες, άρα η φυγή νέων προς το εξωτερικό θα συνεχιστεί. Ήδη στον τουρισμό, στις κατασκευές, στην αεροπλοϊα, εκατοντάδες μεσαία στελέχη και μάνατζερ εγκαταλείπουν τη χώρα.
Στο κοινωνικό τερέν, η ψαλίδα φτωχών-πλουσίων ανοίγει, με τη μεσαία τάξη να κατρακυλά προς τα κάτω. Η φτώχεια λόγω ανεργίας συμπληρώνεται πια από τη φτώχεια μέσα στην εργασία, καθώς οι αμοιβές συρρικνώνονται, παράλληλα με τη μαύρη και την αδήλωτη εργασία. Όποιος κάνει το λάθος και έχει μπλοκάκι με ετήσιο εισόδημα 20.000 ευρώ, θα πληρώνει το 52% σε φόρους και εισφορές. Οι γυναίκες, τα μεγαλύτερα θύματα της ανεργίας, θα παραμείνουν απ΄οτι φαίνεται στο νοικοκυριό, όπου κατέφυγαν εγκαταλείποντας τις δουλειές τους. Το νέο ασφαλιστικό, παρόλο που επιχειρεί να συγκρατήσει τη φτώχεια στους συνταξιούχους, αδικεί κατάφωρα τους νέους, φορολογώντας ουσιαστικά την εργασία και μεταφέροντας πόρους από τη νέα γενιά στους γονείς και παππούδες της.
Η συρρίκνωση της εργασίας, της επιχειρηματικότητας, άρα και των εισφορών σημαίνει ότι η ποιότητα των δημοσίων υπηρεσιών διαρκώς θα πέφτει, με θύματα τη μεσαία τάξη και όσους δεν έχουν να πληρώσουν ιδιωτικές υπηρεσίες υγείας, περίθαλψης, εκπαίδευσης κλπ. Αυτός ο κύκλος οδηγεί σε μια κοινωνία φοβική, απαθή, συντηρητική, όπου θα ψηφίζουν όσοι φοβούνται μη χάσουν συντάξεις και όσοι γενικώς θα θεωρούνται πελάτες των κομμάτων της δημοσιοϋπαλληλίας.
Η ανισότητα λοιπόν δεν είναι φυσική κατάσταση, ούτε μια καταιγίδα ή ένα τσουνάμι που θα περάσει και θα επιστρέψουμε στις αγαθές και ανέμελες μέρες. Δεν είναι ένα κακό που θα φύγει αν καταριόμαστε το ΔΝΤ ή τη διαπλοκή. Η συντηρητική προσέγγιση θεωρεί ότι η ανισότητα εξαλείφεται με παροχές ή προνοιακά φιλοδωρήματα. Οι προοδευτικοί όμως γνωρίζουμε ότι οι ανισότητες προκύπτουν από πολιτικές επιλογές – και το φορολογικό κ ασφαλιστικο σύστημα ειναι κομματι αυτής της εξίσωσης.
Ας είμαστε όμως ξεκάθαροι ότι λιτότητα και εξάλειψη ανισοτήτων δεν γίνεται. Μια κακή, για παράδειγμα μονόπλευρη, δημοσιονομική προσαρμογή παράγει λιτότητα, που με τη σειρά της παράγει υψηλή ανεργία. Παρά την ταπείνωση της χώρας για άλλη μια φορά, η προχθεσινή συμφωνία, αφήνει ένα παράθυρο για τη μετατροπή της άδικης και ισοπεδωτικής λιτότητας σε δημοσιονομική προσαρμογή, εφόσον η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παίξει επιτέλους το ρόλο της. Γιατί, αν δεν το γνωρίζουμε, το προγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης έχει αγοράσει 645 δις χρέους των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών που συμμετέχουν σε αυτό, ενώ η Ελλάδα περιμένει ακόμη στην ουρά, εξαιτίας των κατορθωμάτων του 2015.
Αν υποθέσουμε ότι μπαινουμε σε μια περίοδο σχετικής σταθερότητας, έχουμε το χρόνο να ωριμάσουμε αλήθειες και να σκεφτούμε, όσο μπορούμε, τα αδιέξοδα που παράγει ο διχασμός και ο σημερινός δικομματισμός. Αλλά και τις ευθύνες και τις στρατηγικές κάποιων στην Ευρώπη, που δεν είναι στο απυρόβλητο και σήμερα συνευθύνονται για αυτά τα μέτρα στην Ελλάδα.
Είναι επίσης ντροπή και πρόκληση απέναντι στη νέα γενιά της κρίσης να προσπαθούν να βάλουν από το παράθυρο 2.500 απατεώνες του Δημοσίου και να διαφωνούν με το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ για το ποιος έθρεψε και ποιος συντηρεί την αδικία.
Το Ποτάμι έχει το θάρρος και το καθαρό μητρώο να προτείνει ριζοσπαστικές, προοδευτικές αλλαγές που ενώνουν, δεν διαιρούν την κοινωνία σε όσους είναι μέσα από τα τείχη του κράτους και όσους είναι αφημένοι στη μοίρα τους. Αυτή ειναι η ουσία της Κοινωνικής Συμφωνίας, του New Deal που προτείνουμε: κόμματα, κράτος, επιχειρήσεις, κοινωνικοί εταίροι, κοινωνία των Πολιτών, να προσπαθήσουμε να βγούμε από τον τοξικό αρνητισμό και να χτίσουμε, αντί διαρκώς να κατεδαφίζουμε, με το βλέμμα και τις πολιτικές μας στραμμένα στη μεσαία τάξη και τις ανάγκες της.